Ο άνεμος του Νοεμβρίου (Ι)

Ο άνεμος του Νοεμβρίου (Ι)

photo: Δημήτρης Κυρούσης 

… Είχε ήδη νιώσει τη δύναμή του να επιστρέφει κι ούτε που του περνούσε πια από το μυαλό η σκέψη να το βάλει στα πόδια.

Εντέλει, θα μπορούσε πλέον να καθορίζει τη θέση του σε τούτο τον μεγάλο κόσμο, επειδή ήταν σίγουρος ότι θα ζούσε και ότι, τώρα πια, ύστερα από όσα συνέβησαν και βούλιαξαν στην άβυσσο του παρελθόντος, θα ήξερε να  ζήσει σωστά !

Τώρα ήξερε κι εκείνος το μυστικό, επειδή είχε επιτέλους αποκωδικοποιήσει την ουσία της ύπαρξης – γνώριζε ότι το νόημα έπρεπε πρώτα απ’ όλα να αναζητηθεί στην αγάπη και στην ομορφιά. Ίσως ακριβώς γι’ αυτό αμέσως θέλησε να χωρέσει στο βλέμμα του όλο το ανυπολόγιστο πλάτος αυτού του άγριου και άγνωστου τοπίου στο οποίο, ιδού, κατάφερε να νικήσει τον ίδιο του τον εαυτό ! Κοίταξε πίσω του μερικές φορές, και στη συνέχεια, απελευθερωμένος από τον φόβο του θανάτου και τον φόβο για τους ανθρώπους, έτρεξε προς έναν ψηλό οδοντωτό βράχο, ο οποίος, σαν τεράστιο τρύπιο μανιτάρι, ορθωνόταν καταμεσής του κυματιστού οροπεδίου.

Έτρεχε χωρίς να αισθάνεται ούτε κούραση ούτε πόνο…

Δεν χρειαζόταν πια τη βοήθεια κανενός ! …

Και πράγματι, δεν φοβόταν πια τίποτα. Όρθιος, σαλεύοντας μπρος πίσω -σαν να ήταν ήδη ζαλισμένος από το ύψος από το οποίο τώρα παρακολουθούσε τον κόσμο κάτω από τα πόδια του-, σκέφτηκε: ” Τελικά, αυτοί οι άνθρωποι δεν υπάρχουν πια, γιατί κατάφερα να τους ξεφύγω για πάντα ! “.

(Branimir Scepanovic,  “Στομα Γεμάτο Χώμα”,

Μετάφραση: Ισμήνη Ραντούλοβιτς)