
Δικός μου και ο Αύγουστος με τις μεγάλες μνήμες (ΙΙΙ)
photo: Ζαχαρίας Στέλλας, Πάρος 1951
Η ζωή μου σαν ένα πλοίο·
ο έρωτας η θάλασσα τριγύρω.
Εσύ, ακουμπισμένος στην κουπαστή
γέρνεις το βλέμμα, ως ο βυθός
να μοιάζει πως πηδά
για να σε συναντήσει μες στα μάτια…
Χάνονται στ᾿ αμπάρι
οι παλιές φωνές,
όπως το δελφίνι σου απαλό,
ολόδροσο στου λόγου τα παιχνίδια,
βοηθάει με θείες ψευτιές
τα ιστία που μάς πάνε.
Αρμενίζοντας δεν έχω τίποτα
να χάσω ή να κερδίσω·
γλιστράω με τον ελάχιστο χρόνο μου
πάνω απ᾿ τούς δαιδάλους με τα φύκια,
όπου οι πνιγμένοι σέρνονται
σε μεταθανάτιους περιπάτους.
Η ζωή μου σαν ένα πλοίο·
στην κρύα κουβέρτα
ώρες κατάμονη
μες στο μυαλό μου
γλείφω τα μέλη σου
ως το πρωί που ξημερώνομαι
σε γνωστά λιμάνια:
«Το πρώτο φιλί»
«Η άπληστη αγάπη»
«Η ανία»
«0 χωρισμός»
τοπωνύμια με τη λίγη πειστικότητα
που έχει η πείρα όλη.
Ω, μπες μέσα μου
και τράβα με
σ᾿ όσα ναυάγια σχεδίαζες εψές,
γλυκά χαμογελώντας μες στον ύπνο σου,
με το ᾿να χέρι χαμηλά
το άλλο στην καρδιά
σαν να μιλούσες τρυφερά
προς τα τελώνια.
Κι όπως φωτισμένα
τα βραδινά νησιά
καρφώνουν τις πόρπες τους στη νύχτα,
θε να με σχίζεις με τα δικά σου τα κουπιά.
θε να με πλέεις για τελευταία φορά
πριν πέσει το σκοτάδι μου
και τα κατράμια δάκρυά μου
χυθούν στο φως σου όλο επάνω.(Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ)