Καιρός να γίνεις “τ’ άλλο μου φθινόπωρο” (ΙI)
photo: Mario Giacomelli
Σε λίγο βυθιζόμαστε μες στα ψυχρά σκοτάδια·
χαίρετε, αχτίδες θερινές! Τι λίγο που βαστούν!
Ακούω, να, που ρίχνουνε ξύλα και ξεροκλάδια,
που μ’ έναν κρότο νεκρικό μες στις αυλές βροντούν.
Πάλι ο χειμώνας μέσα μου θα μπει: το ρίγος του όλο,
η οργή του, η φρίκη κι η σκληρή και στανική δουλειά·
κι όπως ο ήλιος στον φριχτό και παγωμένο πόλο,
έτσι η καρδιά μου κόκκινη και κρύα θα ‘ναι πια.
Με τρόμο ακούω κάθε κορμό τις πλάκες να τραντάζει·
κρεμάλα σαν στηλώνουνε, πιο κούφια δε βροντά.
Με πύργο που γκρεμίζουνε έτσι κι ο νους μου μοιάζει,
που πέφτει από χτυπήματα, ακούραστα, βαριά.
Και λες πως ο μονότονος κρότος τους με λικνίζει,
πως κάπου κάποιο φέρετρο καρφώνουν βιαστικά…
Για ποιον; – Το θέρος ήταν χτες, φθινόπωρο μυρίζει!
Σαν ώρα χωρισμού ο κρυφός τους κρότος αντηχά.
Charles Baudelaire
Μετάφραση: Γιώργης Σημηριώτης