Αριστοτέλης Σαρρηκώστας – “Μέρες του ’73”
Η ιστορική φωτογραφία του Αριστοτέλη Σαρρηκώστα, του Έλληνα φωτορεπόρτερ, που κατάφερε να απαθανατίσει τη στιγμή της εισόδου του τανκ στο Πολυτεχνείο, μαζί με το φιλμάκι των μόλις 35 δευτερολέπτων του Ολλανδού οπερατέρ Άλμπερτ Κουράντ, αποτέλεσαν τα αδιάσειστα ντοκουμέντα για τη διάψευση των αρχικών δηλώσεων της αστυνομίας της τότε στρατοκρατούμενης Ελλάδας ότι «στο Πολυτεχνείο δεν συνέβη το παραμικρό»…
Στον Αριστοτέλη Σαρρηκώστα οφείλουμε την τεκμηρίωση μιας ιστορικής αλήθειας.
Στη διάρκεια της επαγγελματικής του πορείας, ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας, ως φωτορεπόρτερ, κάλυψε και αιχμαλώτισε στα καρέ του πολιτικές ανακατατάξεις ανά τον κόσμο, προσωπικότητες της πολιτικής που έμειναν στην ιστορία, καλλιτεχνικές και αθλητικές προσωπικότητες, αθλητικά γεγονότα. Το επάγγελμα του φωτορεπόρτερ, όμως, είναι δύσκολο και ριψοκίνδυνο. Όπως λέει και ο ίδιος, πάντα θα τον ακολουθούν οι εικόνες φρίκης του πολέμου που έζησε… όπως ριπές ενός αυτόματου όπλου στα πόδια του, μια νάρκη που από τύχη και μόνο δεν πάτησε… τα βλήματα που τραγουδούσαν δίπλα του σε απόσταση αναπνοής…
Με αφορμή την επέτειο του Πολυεχνείου, το photologio προσέγγισε τον Αριστοτέλη Σαρρηκώστα και μίλησε μαζί του όχι μόνο για τα γεγονότα του ’73, όπως τα θυμάται και τα κατέγραψε, αλλά και για την πορεία του ως φωτορεπόρτερ και τις απόψεις του για την φωτογραφία.
Είσαστε εσείς και η φωτογραφική σας μηχανή αυτόπτες μάρτυρες των γεγονότων μια ιστορικής βραδιάς, που έμελλε να αλλάξει το πολιτικό και το κοινωνικό σκηνικό της Ελλάδας. Τι έχετε να θυμηθείτε από τη στιγμή εκείνη, που απαθανατίσατε την εισβολή του τεθωρακισμένου άρματος στο Πολυτεχνείο;
Ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα που φωτογράφισα και που έμελλε να μείνει στην νεότερη ιστορία της Ελλάδος, ήταν αναμφισβήτητα η βραδιά της 17ης Νοεμβρίου του 1973 και η εισβολή του τανκ στο Πολυτεχνείο…
Βεβαίως η ιστορία του Πολυτεχνείου δεν ήταν μόνο εκείνο το τριήμερο, είχε αρχίσει πολύ πριν, με την πρώτη κατάληψη της Νομικής Σχολής, την 21η Φεβρουαρίου 1973, από 4.000 φοιτητές, οι οποίοι ανέβηκαν στην ταράτσα της σχολής Σόλωνος – Σίνα και Ακαδημίας και για πρώτη φορά άνοιξαν πανό με συνθήματα ενάντια στη χούντα των συνταγματαρχών, όπως το “Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία”, ζητούσαν από την χούντα να ανακαλέσει το νομοσχέδιο διάταγμα 1347, με το οποίο οι συνταγματάρχες μπορούσαν να επιστρατεύσουν τους φοιτητές ανά πάσα στιγμή και ειδικά τους συνδικαλιστές φοιτητές.
Η δεύτερη κατάληψη της Νομικής έγινε στις 20 Μαΐου του 1973, πάλι ανέβηκαν στην ταράτσα, πάλι συνθήματα κατά της χούντας. Και στις δύο περιπτώσεις η αστυνομία περίμενε να φύγει ο κόσμος, ο οποίος ήταν συγκεντρωμένος γύρω από τη Νομική, σε συμπαράσταση των φοιτητών και κατά τις πρωινές ώρες εισέβαλε και, αφού τους ξυλοκόπησε αγρίως, έκανε αρκετές συλλήψεις, με αποτέλεσμα πολλοί να οδηγηθούν στα ΕΑΤ-ΕΣΑ, όμως ο δρόμος για το Πολυτεχνείο είχε ανοίξει και η αρχή για το τέλος της χούντας, ήταν ήδη εμφανής.
Εκείνη τη βραδιά της 16ης προς 17η Νοεμβρίου, το πώς έφτασα στη γωνία Πατησίων και Στουρνάρη γωνία, 30 μέτρα από την κυρία είσοδο του Πολυτεχνείου, ακόμη μέχρι σήμερα, μετά από 47 ολόκληρα χρόνια, μου είναι δύσκολο να πιστέψω.
Το γραφείο του Associated Press που εργαζόμουν, ήταν ψηλά στον 7ο όροφο στην οδό Ακαδημίας 27, ήταν η ώρα εννιά το βράδυ και έστελνα στο εξωτερικό τις φωτογραφίες που είχα τραβήξει κατά την διάρκεια της ημέρας, αυτά που γίνονταν επί καθημερινής βάσης, δηλαδή κυνηγητά, ξυλοδαρμούς και συλλήψεις φοιτητών.
Σε λίγο άκουσα ένα θόρυβο, βγήκα στην ταράτσα και κατάλαβα ότι ο θόρυβος ήταν από τις ερπύστριες τανκς, ενημέρωσα τον Δ/τη μου Phil Dopoulo ο οποίος και αυτός συμφώνησε ότι είναι τανκς, λέγοντάς μου: “Shit man these are tanks, take your cameras and go” – “Βεβαίως θα πάω” του απαντώ, “αλλά ποιος θα γράψει το story???”
Προσπάθησα να τον πείσω να έρθει μαζί μου, γιατί να κυκλοφορείς σε δρόμους που ήταν γεμάτοι μόνο από αστυνομικούς και στρατιώτες δεν ήταν και το καλύτερο, τελικά τον κατάφερα και μπήκαμε στο αυτοκίνητό του, μια Jaguar με Αγγλικές πινακίδες και σε λίγο, όσο κι αν αυτό ακούγεται τρελό και ακατόρθωτο, “Γίναμε μέρος της φάλαγγας των τανκς”.
Βγαίνοντας στην Πανεπιστημίου συναντήσαμε 10 με 12 τανκς μικρά και μεγάλα, τα οποία κατέβαιναν προς το Πολυτεχνείο, προσπαθήσαμε να βρούμε χώρο να μπούμε μέσα στη φάλαγγα, για να μη μας σταματήσουν οι αστυνομικοί, τελικά τα καταφέραμε και με αυτό τον απίθανο τρόπο φθάσαμε και σταματήσαμε στην οδό Πατησίων και Στουρνάρη γωνία, 30 μέτρα από την είσοδο του Πολυτεχνείου.
Άλλος τρόπος να φτάσεις εκείνες τις ώρες στο Πολυτεχνείο δεν υπήρχε και μια δεύτερη τρομερή συγκυρία ήταν ότι, άρχισα να φωτογραφίζω “Χωρίς φλας” τα δρώμενα, ήρθε ένας Δ/της αστυνομίας – που δεν ήξερα ούτε το όνομά του, αλλά σίγουρα συναντιόμασταν στις καθημερινές διαδηλώσεις – και με εκείνο το αστυνομικό ύφος μου λέει: “Εσύ τι θέλεις εδώ?”, “Ήρθα να πάρω μερικές φωτογραφίες για το πρακτορείο μου”, ήταν η απάντησή μου και μου λέει εκείνο το απίθανο: “Μείνε εδώ, θέλω να σε βλέπω”. Άλλο που δεν ήθελα κι εγώ να έχω κάποιον με με προσέχει.
Όλα αυτά έγιναν μπροστά σε όλους τους αστυνομικούς, ασφαλίτες, προβοκάτορες και στρατιώτες που ήταν δίπλα μου, και προφανώς υπέθεσαν ότι είμαι “Δικός τους”, έτσι έμεινα εκεί φωτογραφίζοντας επί πέντε ολόκληρες ώρες, εκείνες τις συγκλονιστικές σκηνές των φοιτητών, να προβάλλουν τα γυμνά στήθη τους, απέναντι στις κάνες των τανκς, μέχρι τις 02.55 το πρωί, όταν ο επικεφαλής του “Τανκ” που ήταν μπροστά στην πύλη, πήρε την εντολή και έριξε την πύλη του Πολυτεχνείου, ανοίγοντας διάπλατα τον δρόμο για την εισβολή αστυνομικών και στρατού.
Παρά την εμπειρία μου σε πραγματικούς πολέμους, ξαφνιάστηκα όταν είδα το τανκ να γυρίζει τον πυργίσκο προς τα πίσω και να έρχεται στο απέναντι πεζοδρόμιο, υπέθεσα ότι πήρε εντολή να αποχωρήσει, δεν περίμενα να κάνει αυτό που έκανε, ότι ήρθε δηλαδή στο απέναντι πεζοδρόμιο για να πάρει φόρα και να χτυπήσει την σιδερένια πόρτα του Πολυτεχνείου και μαζί τις δεκάδες των φοιτητών που ήταν πάνω και πίσω από αυτήν.
Το τι επακολούθησε αμέσως μετά δεν περιγράφεται, πυροβολισμοί, κραυγές και τα ουρλιαχτά των φοιτητών, μαζί με τις σειρήνες των υπολοίπων τανκς, έμοιαζε με πραγματική κόλαση.
Συνήλθα γρήγορα και πήγα στη μέση της οδού Πατησίων για να έχω μια καλύτερη οπτική γωνία, φωτογράφισα το “Τανκ” να είναι το μισό μέσα στο χώρο του Πολυτεχνείου και το άλλο μισό να προεξέχει από την πύλη πάνω στο πεζοδρόμιο…
Πρόλαβα και τράβηξα τρία καρέ, αμέσως μου επιτέθηκαν δύο αστυνομικοί, οι οποίοι επιχείρησαν να με χτυπήσουν στο κεφάλι, με κάτι “Δοκάρια” δύο μέτρων, απέφυγα τα χτυπήματα και τρέχοντας κάνοντας “ζικ-ζακ” γιατί ο ένας πήγε να τραβήξει το περίστροφο, έφτασα στην οδό Ακαδημίας και από εκεί στο γραφείο μου για να στείλω τις φωτογραφίες μου το συντομότερο στο εξωτερικό.
Ο Μπαλάφας, ο Μελετζής, η Παπαϊωάννου μας παρέδωσαν εικόνες από την Κατοχή, το αντάρτικο, τα Δεκεμβριανά. Φαντάζομαι ότι είχαν επίγνωση (ή έστω την αμυδρή σκέψη) ότι κατέγραφαν ιστορία. Εσείς εκείνο το βράδυ της 17 Νοέμβρη του ’73, το αισθανθήκατε;
Σκοπός και αποστολή κάθε φωτορεπόρτερ, είναι η καταγραφή των σημαντικών γεγονότων, αυτός είναι ο πρωταρχικός σκοπός του, δεν έχει τίποτε άλλο να κάνει και πρέπει να το κάνει με οποιοδήποτε κόστος είναι αυτό, ακόμη θυσιάζοντας και την ζωή του αν χρειαστεί. Αν αργότερα οι φωτογραφίες του μπορέσουν να μείνουν και να μπουν στην ιστορία, όπως των προαναφερθέντων παλαιμάχων εξαιρετικών συναδέλφων, αυτό νομίζω είναι η αναγνώριση, είναι η τιμή και το καλύτερο βραβείο.
Ως φωτορεπόρτερ έχετε καταγράψει ένοπλες συρράξεις ανά τον κόσμο, μεγάλα αθλητικά γεγονότα, κι από την άλλη events με glamour, λάμψη και αίγλη. Αντιφατικά θέματα μεταξύ τους. Πώς εξισορροπήθηκαν μέσα σας;
Είναι γεγονός ότι έχω καλύψει αρκετούς πολέμους από το 1967, τον πόλεμο των “6 ημερών”, τον δεύτερο Αραβοϊσραηλινό, 1973, τον πόλεμο Ιράκ-Ιράν, την ανατροπή του Σάχη της Περσίας, τον πόλεμο του Λιβάνου, Αφρική, Βαλκάνια και άλλους, γι’ αυτόν τον λόγο, πολλοί με αποκαλούσαν “Πολεμικό ανταποκριτή”. Η απάντησή μου είναι η ταυτότητα την οποία είχα και έχω ακόμη, γράφει “Φωτορεπόρτερ” που σημαίνει ότι είσαι υποχρεωμένος να καλύπτεις τα πάντα.
Και αυτό ονομάζω “μαγεία”, η ποικιλία των θεμάτων δεν με άφησε ποτέ να πλήξω, τη μια μέρα να φωτογραφίζω βασιλικούς γάμους, την άλλη σεισμούς και πολέμους, τη μια μέρα Ολυμπιακοί Αγώνες, την άλλη επαναστάσεις στην Αφρική. Αυτή η δουλειά μου έδωσε πολλά, αλλά κι εγώ της έδωσα περισσότερα στα 40 χρόνια που την υπηρέτησα πιστά και δεν μετάνιωσα ποτέ γι’ αυτή μου την επιλογή.
Μερικά παραδείγματα: πώς να μη ανέβει η αδρεναλίνη την στιγμή που ακριβώς δίπλα μου σκοτώνονται συνάδελφοι, απλοί άνθρωποι και αθώα παιδιά και βεβαίως ανεβαίνει η αδρεναλίνη μου, όταν οι σφαίρες περνούν ξυστά από το κεφάλι μου και βεβαίως ανεβαίνει η αδρεναλίνη μου όταν από καθαρή τύχη δεν πάτησα μια νάρκη και ακόμη όταν ο Μουτζαχεντίν μου έχει βάλει στον κρόταφο το Καλάσνικοφ και με απειλεί.
Αναφέρθηκα στην παραπάνω ερώτησή σας σχετικά με τους κινδύνους που έχω αντιμετωπίσει. Συμπληρωματικά σας λέω ότι οι οβίδες και οι σφαίρες δεν καλπάζουν απλώς, αυτά τα τόσο μικρά πραγματάκια περνούν με μεγαλύτερη ταχύτητα από την ταχύτητα του φωτός, σφυρίζοντας δίπλα από το αυτί και από καθαρή τύχη (συγκυρία) ή αδεξιότητα του σκοπευτή δεν μου πέταξε το κεφάλι μου πολλές φορές μερικά μέτρα πίσω…
Σηκώνετε τη μηχανή σας για να φωτογραφίσετε μια σκηνή, όπου ο/οι απέναντί σας βρίσκονται σε κίνδυνο. Πόσο συμμέτοχος συναισθηματικά είστε;
Σε ένα κεφάλαιο μέσα στο το βιβλίο μου “ΖΗΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΣ” αναφέρομαι και σε αυτό, το γεγονός να φωτογραφίσεις κάποιον ο οποίος βρίσκεται σε κίνδυνο. Επειδή κι εγώ ο ίδιος είχα βρεθεί πολλές φορές αντιμέτωπος σε παρόμοια κατάσταση, είμαι 100% κάθετος: “Όταν σηκώσεις την μηχανή “φωτογραφίζεις”. Γι’ αυτό τον σκοπό είσαι εκεί, συναισθήματα και συμμετοχή στο γεγονός, δεν πρέπει να επηρεάζουν την αποστολή σου. Τελεία και παύλα…”
Όλες αυτές οι μεγάλες αποστολές γίνονταν σαφώς εν καιρώ της αναλογικής μηχανής. Έπρεπε να δίνετε ανταποκρίσεις με τυπωμένες φωτογραφίες (φαντάζομαι). Πώς εμφανίζατε τα φιλμς;
Επί σειρά ετών, τότε που δεν υπήρχε η σημερινή τεχνολογία, σε κάθε ταξίδι μου έπαιρνα μαζί μου “όλο τον σκοτεινό θάλαμο”, χωρίς υπερβολές πέντε με έξι βαλίτσες, γιατί εκεί που πήγαινα δεν είχαμε δικό μας γραφείο και στα ξενοδοχεία που πήγαινα, εκείνο που με ενδιέφερε περισσότερο και ζητούσα ήταν να έχει μεγάλο μπάνιο, και οι ρεσεψιονίστ με κοιτούσαν “λοξά και πονηρά”, αλλά την άλλη μέρα όταν η καθαρίστρια του δωματίου, τους ενημέρωνε ότι το είχα μετατρέψει σε σκοτεινό θάλαμο, άλλαζαν την συμπεριφορά τους.
Εμφάνιση των α/μ φιλμ στο το χέρι, τύπωμα στην τυπωτική μηχανή, στέγνωμα, γράψιμο λεζάντας και μέσω τηλεφωνικής γραμμής αποστολή των φωτογραφιών στα κεντρικά γραφεία του Associated Press.
Η πρώτη φωτογραφία που έστειλα με το μηχάνημα “Transmitter”, ήταν το 1965 από την Κέρκυρ, όταν γεννήθηκε η πριγκίπισσα Αλεξία, του βασιλικού ζεύγους Κωνσταντίνου και Άννα Μαρίας. Εκανε 21 λεπτά της ώρας για να φτάσει στον προορισμό της και τώρα χρειάζεται μόλις 20″.
Προσωπικότητες του παγκόσμιου πολιτικού χώρου αλλά και του χώρου της τέχνης έχουν φωτογραφηθεί από εσάς. Ποιους θα θυμάστε και γιατί;
Από πολιτικές προσωπικότητες έχω φωτογραφίσει πάρα πολλές, κατ’ αρχήν όλους τους Έλληνες πολιτικούς από το 1961 εως 2000, από τον “Γέρο της Δημοκρατίας” Γεώργιο Παπανδρέου, Κωνσταντίνο Καραμανλή, Ανδρέα Παπανδρέου, Χαρίλαο Φλωράκη μέχρι Αλέξη Τσίπρα και Κυριάκο Μητσοτάκη …
Ξένους πολιτικούς, George Bush, Hillary Clinton, Mitterrand, Giscard de Stain, Gorbatsjov, Boris Yeltsin, Tito, Adenauer, Call, Mandela, Fidel Castro, Gaddafi, King Hussein, Khomeini, και πολλούς άλλους.
Καλλιτέχνες: Σεφέρη, Ελύτη, Μαρία Κάλλας, Ωνάση, Τζάκυ Κέννεντυ, Beatles, Rolling Stones, Frank Sinatra, Liza Minnelli, Nouregief/ Margot Fontain, Anthony Quinn, Kirk Douglas, Telly Savalas, Brigitte Bardot, Jean Paul Belmondo, Ursula Andress και πολλούς άλλους…
Όλους αυτούς τους θυμάμαι σαν να τους φωτογραφίζω αυτή την στιγμή και τους θυμάμαι γιατί κάθε ένας από αυτούς που ανέφερα και πολλούς άλλους που πιθανόν να έχω ξεχάσει, μου έχουν αφήσει μια νοσταλγική ανάμνηση και μια σύντομη και ευγενική συνομιλία.
Έχοντας διανύσει τόσα χρόνια δυναμικής καριέρας στη φωτογραφία, τι είναι πια για σας η φωτογραφία;
Η φωτογραφία για μένα ήταν και παραμένει η “Αγαπημένη” μου. Από την στιγμή που για πρώτη φορά την άγγιξα, έγινε και έγινα ένα και το αυτό μαζί της, μέσα από την φωτογραφία έχω ζήσει, όχι μια ζωή, αλλά δέκα πέντε, ίσως και είκοσι, νιώθω ότι της χρωστάω και γνωρίζω ότι η φωτογραφία μπορεί να ανατρέψει αλλά και να δημιουργήσει από μόνη της αυτά που κανένας και τίποτα άλλο δεν μπορεί…
Βλέπετε διαφορές στον τρόπο προσέγγισης και φωτογράφισης του θέματος από τους νέους φωτορεπόρτερς σε σύγκριση με τη δική σας εποχή;
Κάθε φωτορεπόρτερ έχει την δική του οπτική γωνία και την δική του προσέγγιση στα θέματα που φωτογραφίζει. Όπως οι παλιοί έτσι και οι νέοι φωτογραφίζουν ο κάθε ένας με τον δικό του τρόπο, με την δική του ματιά. Από τους “παλιούς” υπήρξαν πολλοί που άφησαν πίσω τους μεγάλα δείγματα φωτογραφικής δεξιοτεχνίας και φαντασίας, ιερές παρακαταθήκες για τις επόμενες γενιές, αργότερα υπήρξαν πολλοί που ήθελαν να τους μοιάσουν και προσπάθησαν για αυτό.
Βρίσκω επίσης ότι και η καινούργια γενιά έχει ταλέντα και άξιους φωτορεπόρτερ, εκείνο που τους χρειάζεται είναι η ευκαιρία να το δείξουν…
Πιστεύετε ότι η φωτογραφία είναι ένα όπλο όχι για να σκοτώνει, αλλά για να δείχνει την αλήθεια;
Η φωτογραφία είναι και στέκεται ακριβώς απέναντι στα κάθε κακώς κείμενα, η φωτογραφία δεν είναι “όπλο” αλλά μπορεί να σκοτώσει, μια αληθινή φωτογραφία που παρουσιάζει την σκληρότητα του πολέμου, την εκμετάλλευση των αδυνάτων, την καταρράκωση της ανθρώπινης ύπαρξης, ναι, μπορεί να γίνει όπλο και να κάνει τρομερό θόρυβο, έτσι ώστε να ξυπνήσει συνειδήσεις και να διορθώσει λάθη, δείχνοντας την αλήθεια.
Κάθε φωτογραφία εκπέμπει το δικό της μήνυμα ή το μήνυμα του φωτογράφου; Και να το θέσω διαφορετικά και πιο γενικά: Υπάρχει αλήθεια στη φωτογραφία και πόσο συνάδει με την αλήθεια του φωτογράφου;
Κάθε φωτογραφία πρέπει να είναι σωστή και αληθινή. Άλλωστε έχοντας οδηγό την δεοντολογία είναι δύσκολο στον φωτορεπόρτερ να την αλλάξει, είτε την φωτογραφία είτε το μήνυμά της. Ο σκοπός της φωτογραφίας είναι να εκπέμπει την αλήθεια και μόνο αυτή, αν δεν συμφωνεί ο φωτορεπόρτερ τότε θα πρέπει να αλλάξει επάγγελμα.
Μια φωτογραφία ρεπορτάζ μπορεί να αλλάξει την ιστορία;
Φωτογραφίες από το Βιετνάμ, την Κορέα και από την Αφρική, αυτές οι συγκεκριμένες φωτογραφίες, υπήρξαν μάρτυρες των εγκλημάτων και οι φωτορεπόρτερ ήταν εκεί και τις έδειξαν σε ολόκληρο τον κόσμο και έγιναν αφορμή να σταματήσουν οι πόλεμοι, άρα όταν η φωτογραφία ασχολείται με τα μεγάλα προβλήματα της κοινωνίας και κυρίως με την αθλιότητα, τότε σαφώς είναι ισχυρό μέσο που μπορεί να το αναδείξει και ασφαλώς μπορεί να αλλάξει την ιστορία.