Λίλη Ζουμπούλη: “Εντέλει, είμαστε οι ιστορίες που λέμε στους εαυτούς μας”
«Είναι, συνήθως, αφού έχω βγάλει μια φωτογραφία, που αντιλαμβάνομαι τον λόγο για τον οποίο την έβγαλα» περιγράφει η φωτογράφος Λίλυ Ζουμπούλη. Σαν μια κατάδυση σε ένα κόσμο «έξω από την δική μας ατομικότητα» με μία κυρίως επιδίωξη, με έναν κωδικό: “Κill your Idols”. Και ναί, η αλήθεια είναι, ότι δεν μπορείς να επιδιώκεις μια καταστροφή χωρίς να την ζεις.
“Walking Up From A Bad Dream In Which I Died” είναι η λεζάντα μιας φωτογραφίας σου, του 2012. Η φωτογραφία είναι αμέσως μετά από έναν εφιάλτη και φαίνεται σαν να νικάς τελικά τον φόβο του θανάτου. Το φωτογραφικό κλικ είναι μια τέτοια νίκη;
Υπάρχουν ολόκληρα βιβλία που μιλάνε για την σχέση της φωτογραφίας και του θανάτου, ένα από τα πιο “δυνατά” είναι το βιβλίο του Ρολάντ Μπαρτ “Camera Lucida” το οποίο με μάγεψε με τον τρόπο που σιγά-σιγά “ξεγυμνώνει” την ψυχολογία του ανθρώπου, συσχετίζοντάς την με την φωτογραφία. Με είχε βοηθήσει πολύ να καταλάβω τον εαυτό μου σαν φωτογράφο, αλλά και σαν άνθρωπο. Η φωτογραφία πολλές φορές είναι ο τρόπος μας για να κρατήσουμε τους νεκρούς ζωντανούς, τις στιγμές, τα συναισθήματα, συνεπώς ο τρόπος μας να φτάσουμε στην αθανασία και να λυτρωθούμε από τον φόβο της θνητότητάς μας. Η συγκεκριμένη φωτογραφία μου, με τον τίτλο “Walking Up From A Bad Dream In Which I Died”, είναι όντως παρμένη αφού ξύπνησα από έναν εφιάλτη όπου είδα τον εαυτό μου να σκοτώνεται, ξύπνησα και είδα ότι είχα αρχίσει να αιμορραγώ, λόγω περιόδου αλλά σε υπερβολική ποσότητα. Ήταν σαν το όνειρo να άγγιξε την πραγματικότητα και να άφησε πίσω το σημάδι του. Ούτως ή άλλως, ο εγκέφαλός μας δεν γνωρίζει την διαφορά όσον αφορά το συναίσθημα που νιώθουμε όταν βλέπουμε ένα όνειρο ή όταν είμαστε ξύπνιοι, συνεπώς ίσως εντέλει να είναι όντως πολύ λεπτή η γραμμή που διαχωρίζει τον κόσμο των ονείρων από αυτόν που αντιλαμβανόμαστε εμείς σαν πραγματικό.
Συναντούμε συχνά συμβολισμούς στις φωτογραφίες σου, όπως για παράδειγμα το αίμα, που στην ουσία υποδεικνύει την συνέχεια στη ζωή. Είναι σίγουρα αυτοβιογραφικές λοιπόν. Είναι και σκηνοθετημένες οι λήψεις; Ή απλώς συμβαίνουν;
Ο συμβολισμός ήταν πάντα μέρος της δουλειάς μου, από τις ζωγραφιές μου ως τις φωτογραφίες και τα βίντεό μου, ήμουν πάντα λάτρης παραμυθιών, ιστοριών και ποίησης. Πλέον πιστεύω ότι ο συμβολισμός συνδέεται αυτόματα με τον τρόπο σκέψης και αντίληψής μου, οπότε μου είναι αδύνατη η αποφυγή του. Όλες οι φωτογραφίες μου είναι αυτοβιογραφικές, δικές μου και των ανθρώπων που συναντώ στην διάρκεια της ζωής μου. Η χρήση της σκηνοθεσίας, τις περισσότερες φορές, αν όχι πάντα, φτάνει μόνο μέχρι το σημείο να ζητήσω από το άτομο που φωτογραφίζω να σταθεί ακίνητο, ώστε να απαθανατίσω αυτό που ήδη συμβαίνει. Υπάρχουν και περιπτώσεις όπου θα δω ένα σημείο ή ένα αντικείμενο και θα ζητήσω από έναν φίλο, (αν) βρίσκεται μαζί μου εκείνη την στιγμή, να πάρει μέρος και έπειτα να δοκιμάσω διάφορες λήψεις μέχρι να είμαι ευχαριστημένη με το αποτέλεσμα. Το ίδιο ισχύει και με τα αυτοπορτέτα μου.
Οι Polaroids, σαν τεχνική, μας θυμίζουν την αθωότητα, όπου η αλήθεια είναι μοναδική και δεν μπορεί να κοπιαριστεί και να επεξεργαστεί. Τα γυμνά σου λοιπόν σε Polaroid, είναι επίσης τολμηρά, αλλά με ένα τρόπο είναι παιχνιδιάρικα και αθώα. Μίλησέ μας για αυτά.
Η πρώτη μου polaroid μηχανή ήταν χριστουγεννιάτικο δώρο από την αδελφή μου, όταν ήμουν 15-16 χρόνων. Πάντα με γοήτευε το χρώμα τους, το μέγεθός τους και η δυνατότητα να μπορείς να τις αγγίξεις και να τις δεις να «γεννιούνται μπροστά σου». Πολλές φορές μικρά πράγματα και αντικείμενα κρύβουν την μεγαλύτερη συναισθηματική αξία για μας. Ένα μενταγιόν από την μητέρα μας, ένα παλιό ρολόι από τον πατέρα μας, μια κασέτα με μουσική, ένα δαχτυλίδι… Μικρά αντικείμενα που κρύβουν μεγάλα συναισθήματα που θέλουμε να τα κρατάμε για τον εαυτό μας. Αυτό είναι για μένα οι polaroids, κάτι βαθιά προσωπικό, συναισθηματικό και αμετάβλητο. Την polaroid μηχανή μου την χρησιμοποιώ σπάνια, διαλέγοντας πολυ προσεκτικά τι θα φωτογραφίσω με αυτήν. Πέρα από το ότι τα film της είναι ακριβά, ο κύριος λόγος είναι να τα φυλάω για μικρές σημαντικές προσωπικές στιγμές, οι οποίες μοιάζουν ίσως τόσο μικρές, που έχουν χώρο μόνο για ένα συναίσθημα.
“Nobody should touch a Polaroid until he’s over sixty” είχε πει ο Walker Evans. Πρέπει να φοβόμαστε την αρετουσάριστη αλήθεια στην τέχνη και να βάζουμε όρια;
Ο Walker Evans είναι ένας θρυλικός φωτογράφος, μαζί με πολλούς άλλους. Παρόλο που σέβομαι την δουλειά του, η γνώμη μου είναι ότι οι κανόνες δεν χωράνε στην τέχνη. Ο μόνος τρόπος να είσαι αυθεντικός στην δουλειά σου, είναι να ακολουθήσεις το ένστικτό σου και να μην φοβάσαι να τολμήσεις. Προφανώς όλοι χρειαζόμαστε καθοδήγηση ως ένα σημείο. Χρωστάω πολλά στους δασκάλους που είχα μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια. Αλλά δεν θα ακολουθήσω μία συμβουλή αν μέσα μου δεν συμφωνώ, θα την ακούσω και θα την επεξεργαστώ και μετά μπορεί να την κρατήσω, μπορεί και όχι. Πάντως, κανείς δεν πρέπει να είναι αλαζόνας και να μην παίρνει υπόψη του γνώμες άλλων, όπως και κανείς δεν πρέπει να πάρει “αμάσητες” απόλυτες θέσεις άλλων. Είναι μια ατάκα που είχε πει ο κιθαρίστας των Sonic Youth, Thurston Moore, που ασπάζομαι πιο πολύ από όλες: “Κill your Idols”, βρες τον δικό σου εαυτό και δρόμο. Μόνο έτσι μπορείς να πεις την αλήθεια σου και οι αλήθειες μας είναι αυτές που φτιάχνουν χαρακτηριστικές δουλειές, τις οποίες ονομάζουμε τέχνη.
Λέγεται ότι η καλή φωτογραφία πρέπει να σε κάνει την νιώθεις στο στομάχι σου.
Συμφωνώ εν μέρει, αν και πιστεύω ότι αυτή η έκφραση, που την ακούμε πολύ συχνά, απευθύνεται κυρίως σε φωτογραφίες που απεικονίζουν κάτι δραματικό ή περίεργα άβολο. Δεν χρειάζεται για να είναι καλή μια φωτογραφία, να έχει ένα σκληρό θέμα απαραίτητα. Πολλές φορές έχουμε δει δυνατές φωτογραφίες που, αντιθέτως, μας παρουσιάζουν ευχάριστες ή συναρπαστικές στιγμές, όπως η δουλειά του φωτογράφου Ryan Mc Ginley, της Olivia Bee ή φωτογραφίες με χιούμορ και σαρκασμό, όπως οι εικόνες του Martin Parr. Θεωρώ ότι τέτοιου είδους φωτογραφικές δουλειές έχουνε ακόμα μεγαλύτερη πρόκληση μερικές φορές, διότι το ποιοτικό “χαρούμενο” κινδυνεύει να γίνει κλισέ, η προσέγγισή του θέλει ιδιαίτερη προσοχή, αλλά συγχρόνως και τόλμη.
Τι θέση έχει το συναίσθημα στη φωτογραφία σου; Κάνει την δουλειά του σκηνοθέτη; Άλλωστε ένα πράγμα είναι να αισθάνεσαι κάτι την στιγμή της λήψης και ένα άλλο να το ανακαλείς από την μνήμη σου.
Το συναίσθημα υπήρξε πάντα πυξίδα για μένα. Ακολουθώ πάντα το ένστικτό μου και τραβάω εικόνες σκηνοθετημένες ή μη, χωρίς πολλή σκέψη, αφήνομαι καθαρά στην ορμή του αισθήματός μου, κυρίως του υποσυνείδητου. Είναι, συνήθως, αφού έχω βγάλει μια φωτογραφία που αντιλαμβάνομαι τον λόγο για τον οποίο την έβγαλα. Άλλοτε είναι η ανάγκη της απεικόνισης μιας στιγμής του παρόντος και άλλοτε η ανάγκη απεικόνισης μίας ανάμνησης, ενός συναισθήματος από το παρελθόν, που με οδηγεί να πατήσω το κλικ της μηχανής. Ο τρόπος με τον οποίο λειτουργώ είναι ο ίδιος τρόπος με τον οποίο λειτουργεί ο εγκέφαλός μας όταν κοιμόμαστε, υπνοβατώντας απελευθερώνω μέσα από τα όνειρά μου, τις εικόνες που δημιουργώ, το υποσυνείδητό μου.
Το χρώμα είναι αρκετά παρόν στην δουλειά σου, υπάρχει ακόμα και όταν φωτογραφίζεις σκοτεινές περιοχές. Σε εκφράζει περισσότερο ή το ίδιο κάνει και το ασπρόμαυρο;
Με εκφράζουν και τα δύο. Αν και μπορώ να πω ότι μου δίνει περισσότερη ευχαρίστηση να επεξεργάζομαι εικόνες με χρώμα. Για μένα είναι σαν ένα άλλο είδος ζωγραφικής, δουλεύω με τις σκιές και τα χρώματα ανάλογα με την αίσθηση που μου ξυπνάει η συγκεκριμένη εικόνα. Χρώμα ή ασπρόμαυρο, και τα δύο απαθανατίζουν την εσωτερική μου ατμόσφαιρα εκείνη την στιγμή.
Χρησιμοποιείς τον αγαπημένο μου όρο «κατάδυση» όταν αναφέρεσαι στη φωτογραφία. Είναι μια εξερεύνηση τελικά; Και κυρίως του εαυτού μας;
Προσωπικά θεωρώ πως οπωσδήποτε είναι. Όπως έχει ειπωθεί στο παρελθόν, ό,τι είδους φωτογραφία και να κάνει κάποιος, ό,τι και να απεικονίζει η δουλειά του, καθετί που παράγει, είναι εν μέρει αυτοπορτραίτο, δείχνοντάς μας τελικά την πραγματικότητα, όπως ο συγκεκριμένος φωτογράφος την αντιλαμβάνεται. Κάθε επιλογή της σκηνοθεσίας και της επεξεργασίας, προέρχεται από χαρακτηριστικά της προσωπικότητας αυτού του ατόμου, χωρίς ίσως, ο ίδιος να το καταλαβαίνει. Με τον ίδιο τρόπο που τα παιδιά δεν αντιλαμβάνονται ότι η συμπεριφορά τους καθορίζεται ως ένα σημείο από το οικογενειακό τους περιβάλλον και την σχέση των γονιών μαζί τους, αλλά και μεταξύ τους, έτσι και οι δημιουργίες που γεννιούνται μέσα από ανθρώπους, καθορίζονται από τον ίδιο τους τον χαρακτήρα.
Θέλω να σε ρωτήσω για ποιο λόγο όλο και πιο συχνά στην φωτογραφία επιλέγονται για λήψεις, ακραία έως παράλογα θέματα. Είναι μια πρόκληση για να θέσουμε ερωτήσεις και να ορίσουμε συνολικά τον κόσμο μας ξανά;
Όπως είναι ήδη γνωστό, δεν υπάρχει πλέον πρωτοπορία στην τέχνη, όλα έχουν γίνει ήδη, πράγμα λυπηρό για τους καλλιτέχνες της γενιάς μου. Θεωρώ πως η ανάγκη για ένα άτομο να ξεχωρίσει συνδέεται (για την πλειοψηφία) με την αναγνώριση και αυτό που φέρνει την γρηγορότερη αναγνώριση είναι το να σοκάρει. Σαφώς και δεν πιστεύω πως όποιος βγάζει extreme θέματα, με οποιοδήποτε τρόπο, το κάνει για αυτόν τον λόγο. Υπάρχει και η θετική πλευρά εκείνων των ατόμων που θέλουν να επαναπροσδιορίσουν τα κοινωνικώς αποδεχτά όρια και να θέσουν νέα ερωτήματα, κάτι που υπηρετεί τον υπέρτατο σκοπό της τέχνης. Το ποιοι είναι αυτοί που όντως το πετυχαίνουν ή όχι, θα το κρίνει ο κάθε θεατής για τον εαυτό του.
Η φωτογραφία είναι απόλυτα συνδεδεμένη με την έννοια του χρόνου, ήδη από τη στιγμή του κλικ. Το πέρασμά του τοποθετεί τις εικόνες αυτές σε κάτι που είναι πιο πολύτιμο από ένα απλό στιγμιότυπο;
Σίγουρα. Πέρα από δουλειά μου, οι εικόνες μου είναι και στιγμές από τη ζωή μου, συνεπώς οι αναμνήσεις μου, οι ιστορίες μου. Όταν η μνήμη μας είναι περιορισμένη, το μόνο που έχουμε για να μας θυμίζει το παρελθόν μας είναι οι φωτογραφίες. Εντέλει, είμαστε οι ιστορίες που λέμε στους εαυτούς μας. Μια εντιταρισμένη εκδοχή της αλήθειας, είτε μέσω της φωτογραφίας είτε καθαρά βασισμένη στην μνήμη μας, η οποία αναμειγνύεται με την φαντασία μας. Υπάρχουν πολλά κομμένα καρέ, και υπάρχουν κι άλλα που απλώς κρατάμε για τον εαυτό μας. Κοιτάμε μια παιδική μας φωτογραφία και είναι σαν να πρόκειται για άλλο άτομο, δεν θυμόμαστε να είμαστε σε αυτό το σώμα. Οι φωτογραφίες αποτελούν αποδεικτικά στοιχεία παράλληλα με στοιχεία ψευδαισθήσεων.
Θα μπορούσες να κάνεις ένα είδος φωτογραφίας όπου μόνο θα παρατηρούσες τα πράγματα χωρίς να εμπλέκεσαι σε αυτά; Ένα ρεπορτάζ ίσως.
Πιστεύω πως ναι. Ήδη έχω μια ιδέα για να project που θα ήθελα να ξεκινήσω, το οποίο θα εξερευνά ανθρώπους που μοιράζονται μια ιδιαίτερη σύνδεση με την φύση και τα ζώα. Με βάση τα σημερινά δεδομένα, όσον αφορά το climate change, αλλά και σαν θέμα που πάντα με συνέπαιρνε, θεωρώ πως θα μου έδινε μεγάλη ευχαρίστηση, αλλά και ταυτόχρονα την ευκαιρία να αντιμετωπίσω μια πρόκληση για μένα.
Έχω την αίσθηση ότι σου αρέσουν τα οικογενειακά άλμπουμ και τα μυστικά τους. Ακόμα και τα ξένα;
Η αλήθεια είναι πως όντως με συναρπάζουν και έχω κιόλας κάποια οικογενειακά άλμπουμ αγνώστων άλλης εποχής που πουλιόντουσαν σε markets. Όμως, εξαρτάται από την φύση των φωτογραφιών που υπάρχουν μέσα σε αυτά αν θα με κάνουν να ενδιαφερθώ. Τον τρόπο με τον οποίο απεικόνιζαν την ζωή και το είδος των αναμνήσεων που επιλέχθηκε να φυλάξουν. Δεν μπορώ να πω πως, οποιοδήποτε οικογενειακό άλμπουμ θα μου τραβούσε την προσοχή. Για μένα τα φωτογραφικά βιβλία ή οικογενειακά άλμπουμ, οι ζωές αγνώστων, είναι το ίδιο όπως οι ταινίες. Αληθινές ή ψεύτικες ιστορίες μας συναρπάζουν ανάλογα με τον τρόπο και το ύφος που μας διηγούνται. Για να μας κάνουν να ενδιαφερθούμε πρέπει να μας τραβήξουν την περιέργεια είτε με το να μας συγκινήσουν, φοβίσουν, βοηθήσουν στο να καταλάβουμε την ανθρώπινη φύση και να μας οδηγήσουν στο να ανακαλύψουμε διαφορετικές πτυχές του εαυτού μας.
Πιστεύεις ότι στη εποχή μας, με την συνεχή εξέλιξη των μέσων, χρειαζόμαστε μια νέα λέξη για να ορίσουμε την φωτογραφία;
Η φωτογραφία που συναντάμε στο Facebook, Instagram, Twitter, Snapchatect, θα έλεγα πως μπορούσε πολύ άνετα να ονομαστεί ημερολόγιο, αυτό-προμοτάρισμα, μαζική κοινωνικοποίηση του χαβαλέ, βαρεμάρα, ωραιοπάθεια, φυγοπονία, μοναξιά. Η φωτογραφία σαν μέσο έκφρασης πιστεύω δεν θα έπρεπε να πάψει ποτέ να ονομάζεται κάτι άλλο, εκτός από μια ακόμα μορφή τέχνης.
Μίλησέ μας για την ιστορία σου με την φωτογραφία, παλιά και τώρα.
Από μικρό παιδί είχα τρέλα με την τέχνη, με την ζωγραφική, με τις ταινίες. Με την φωτογραφία άρχισα να ασχολούμαι σοβαρά όταν στη δευτέρα γυμνασίου λάβαμε μέρος με μια φίλη μου σε έναν διαγωνισμό σχολείων και πήραμε το δεύτερο βραβείο (με αρκετά απαράδεχτη δουλειά, χαχαχα). Όταν ήμουν 15 χρονών ξεκίνησα μαθήματα στην Stereosis. Αυτή η σχολή και οι δάσκαλοί της καθιέρωσαν κατά πολύ το μονοπάτι που αποφάσισα να ακολουθήσω και θα τους είμαι πάντα ευγνώμων, όπως και στον φωτογράφο Στράτο Καλαφάτη που έγινε ο επόμενός μου δάσκαλος, αφού συμπλήρωσα την απαραίτητη τριετία στην stereosis. Παρακολούθησα τα σεμινάρια του Στράτου Καλαφάτη στο Studiotessera, τον οποίο είμαι περήφανη να αποκαλώ μέντορά μου και φίλο μου. Ενδιάμεσα σε αυτά τα χρόνια, χάρη στους καθηγητές μου που βλέπανε την δουλειά μου, με πρότειναν για συμμετοχή σε εκθέσεις και εκδόσεις. Ο Στράτος Καλαφάτης έδειξε την δουλειά μου, του Κωστή Αργυριάδη και της Τάνιας Καμίδου, που μας είχε στα σεμινάριά του, στον υπεύθυνο εκδότη της Άγρας, τον κύριο Πετσόπουλο, ο οποίος αποφάσισε να κάνει στον καθένα μας μια ξεχωριστή έκδοση της δουλειάς μας, την οποία ακολούθησαν οι ατομικές μας παρουσιάσεις και εκθέσεις στην Θεσσαλονίκη, αλλά και στην Αθήνα. Στα χρόνια που ακολούθησαν παρακολούθησα ένα 5ήμερο σεμινάριο του Δανού φωτογράφου της Magnum, Jacob Aue Sobol, ο οποίος επίσης μας βοήθησε να εκδώσουμε σε ένα βιβλίο τις δουλειές των Ελλήνων φωτογράφων που παρακολουθήσαμε το σεμινάριό του, μαζί και εκθέσεις της δουλειάς μας στην Θεσσαλονίκη, αλλά και στο Sydney, στην Αυστραλία. Τον δεύτερό μου χρόνο στο Λονδίνο, όπου άρχισα να σπουδάζω στο University of the Arts London Wimbledon, παρακολούθησα ένα ακόμα 5ήμερο σεμινάριο του γνωστού Σουηδού φωτογράφου Anders Petersen. Όλοι αυτοί οι σπουδαίοι δάσκαλοι μου δίδαξαν πολλά. Έχοντας πλέον αναπτύξει την προσωπική μου προσέγγιση, όσον αφορά την φωτογραφία και προμοτάροντας την δουλειά μου online μέσω facebook, instagram, site αλλά και στέλνοντάς την σε διαγωνισμούς και open calls παρουσιάστηκαν παρά πολλές ευκαιρίες, όπως το Lens Culture, που μου έδωσε δικό μου λογαριασμό στο site τους, το Atonal Collective που με έκανε μέλος της και μαζί εκθέσαμε την δουλειά μας σε gallery στην Ρώμη μαζί με την έκδοση του βιβλίου μας, την ατομική μου έκθεση στο Δουβλίνο και πολλά άλλα. Όλα αυτά ήταν αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς, συνεχόμενου κυνηγιού ευκαιριών, αλλά και πολλής τύχης. Όλοι οι άνθρωποι που γνώρισα στην πορεία μου είχαν κάτι να μου διδάξουν και ταυτόχρονα όλοι ήταν πολύ όμορφοι άνθρωποι που αγαπούσαν την φωτογραφία και ήθελαν να βοηθήσουν. Σήμερα, έχω επιστρέψει στην Ελλάδα, προσωρινά τουλάχιστον, προσπαθώ να εξελιχτώ ως φωτογράφος και συνεχώς να αναδημιουργώ τον εαυτό μου, δημιουργώντας νέα δουλειά που εξερευνά τα ίδια εν μέρει θέματα με πιο ώριμη ματιά, συνεχίζω να φωτογραφίζω και να αναπτύσσω ένα αυτοβιογραφικό ντοκιμαντέρ σε συνδυασμό με αλληγορικές πτυχές, που δίνουν μια αίσθηση αυθορμητισμού μαζί με το υποσυνείδητο να αναλαμβάνει αργά, τη διαδικασία της ανακάλυψης ενός κόσμου έξω και μέσα από την δική μας ατομικότητα.
Έξω από τα όρια … Σε ευχαριστώ.