Μαγειρεύοντας φωτογραφίες
Γράφει ο Κώστας Μασσέρας
Ήταν δεκαεπτά ετών όταν η μητέρα του αποφάσισε ότι η μικρή του αδερφή έπρεπε να μάθει να μαγειρεύει. Όλα τα επιχειρήματά της έπεφταν στο κενό μπροστά στο ακαταμάχητο δικό της: «Θα παντρευτώ μάγειρα!», (οι σεφ δεν είχαν έρθει στο προσκήνιο ακόμα).
Η μητέρα άφησε το απελπισμένο της βλέμμα να περιπλανηθεί στο δωμάτιο, ώσπου έπεσε βαρύ πάνω του.
–Τι; Ούτε να το σκέφτεσαι, είπε εκνευρισμένος. Ήταν όμως αποφασισμένη να μεταλαμπαδεύσει τις γνώσεις της στον οποιοδήποτε μπορούσε να το κάνει.
–Γιατί παιδί μου; Δεν θέλεις να είσαι ανεξάρτητος και ελεύθερος να μαγειρεύεις ό,τι θέλεις για σένα και τους φίλους σου, να πειραματιστείς με νέες συνταγές;
Μόλις είχε βγει από μία σχέση, βαριότανε να κοιτάζει το ταβάνι και οι λέξεις ανεξάρτητος και ελευθερία είχαν πολύ πέραση στην γενιά του. Άσε πια αυτό το να πειραματιστεί! Εκεί, χτύπησε φλέβα.
Η εκπαίδευσή του άρχισε από τα εύκολα: σούπες, όσπρια, τηγανητά, μακαρόνια, αλλά σταμάτησε απότομα όταν η μητέρα του κυριολεκτικά το χόντρυνε. Ήθελε να του μάθει να ανοίγει φύλλο! Στην πρακτική, επίσης είχε προβλήματα. Το πρώτο πιάτο που μαγείρεψε ήταν φακές.
-Είναι άνοστο, αλάτι έβαλες; του είπε αυστηρά.
-Δεν μου το είπες.
-Μα είναι αυτονόητο.
Υπήρχε μία επιλεκτικότητα από μέρους της στο τι είναι αυτονόητο. Δηλαδή, πόσο αυτονόητο είναι ένας έφηβος να ανοίγει φύλλο την δεκαετία του 80;
Το δεύτερο πιάτο ήταν μακαρονάδα και το έκανε λύσσα.
-Μα πόσο έβαλες πια;
-Πόσο έπρεπε να βάλω;
-Μία πρέζα
Πόσο είναι μία πρέζα; Τι θα πει με το μάτι, με το χέρι, το αφήνουμε να ηρεμήσει; Οι πολλές και αόριστες πληροφορίες τον κούρασαν και τα παράτησε. Προσπάθησε πάντως να συνοψίσει τις λίγες γνώσεις του στα βασικά .Υπάρχουν δύο ομάδες τροφίμων:
ΟΜΑΔΑ Α
1. κρέας
2. ψάρι
3. κοτόπουλο
ΟΜΑΔΑ Β
1. μακαρόνια
2. πατάτες
3. ρύζι
4. λαχανικά
Παίρνεις ένα είδος από την ομάδα Α και το συνοδεύεις με ένα από την ομάδα Β και, ιδού:
Ένα έτοιμο πιάτο! Αυτό μπορεί να μην τον έκανε σεφ, αλλά θα τον έσωζε από δύσκολες καταστάσεις στο μέλλον, όταν πια θα έμενε μόνος του.
Πέρασαν αρκετά χρόνια μέχρι να αρχίσει να ασχολείται με την φωτογραφία. Με δειλά βήματα στην αρχή, χωρίς πολλές γνώσεις, αλλά με την «άγνοια του κινδύνου» και τον αυθορμητισμό του πρωτάρη, άρχισε να βγάζει φωτογραφίες.
Θυμήθηκε τότε μερικά συμπεράσματα που είχε βγάλει για την μαγειρική και σκέφτηκε αν θα μπορούσε να τα εφαρμόσει και στην φωτογραφία.
α. Η χρήση μόνο των απαραίτητων υλικών θα μείωνε τον κίνδυνο μιας πιθανής αποτυχίας. (αφαίρεση – μινιμαλισμός)
β. Όλα τα υλικά έπρεπε να δένουν στο τέλος σε μία γεύση.
(ενιαίο σύνολο της εικόνας, συσχετισμός στοιχείων)
γ. Οι πειραματισμοί πρέπει να γίνονται αφού έχεις κατακτήσει πρώτα την παραδοσιακή συνταγή.
(δεν υπάρχει παρθενογένεση – πρωτοτυπία στην τέχνη)
δ. Οι γνώσεις μεταδίδονται από τους παλιότερους και είναι πολύ φυσικό να τους μιμηθείς στην αρχή και να ακολουθήσεις τον δικό σου δρόμο μετά.
ε. Η εμφάνιση του πιάτου έχει την ίδια αξία με το περιεχόμενο του.
(φόρμα – περιεχόμενο)
Όπως στην μαγειρική, έτσι και στην φωτογραφία, μπορείς να εκτελέσεις μία συνταγή για να βγάλεις μία αξιοπρεπή φωτογραφία, αλλά για την καλή φωτογραφία δεν υπάρχει μία συνταγή, είναι πολλές όσοι και οι δημιουργοί. Άλλοι ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχει συνταγή ή είναι μυστική. Ίσως έχουν δίκιο. Το σίγουρο είναι ότι ο δημιουργός πρέπει να αφομοιώσει, να απορρίψει ή και να εφαρμόσει, σε ιδιαίτερες περιπτώσεις, τους δικούς του κανόνες για να πάει την φωτογραφία πέρα από τα συνηθισμένα όρια της. Η φωτογραφία και η μαγειρική χρειάζονται συστηματική ενασχόληση, φαντασία και μία πρέζα τόλμης.