Παναγιώτης Κοτσίρης: “Προσπαθώ να αποτυπώσω το πώς βλέπω τον κόσμο γύρω μου, να δείξω την δική μου πραγματικότητα”

Συνηθίζω, όταν ετοιμάζω μια συνέντευξη, να ξαναβλέπω όλη τη συλλογή του καλεσμένου, για δύο λόγους: κατ’ αρχήν για να αντλήσω πληροφορίες για την προσωπικότητά του, ώστε να τον αισθανθώ πιο οικείο και περαιτέρω για να αντιληφθώ – στο βαθμό που μπορώ – την φωτογραφική του εξέλιξη. Ως προς το πρώτο, ομολογώ ότι δεν κατάφερα πολλά αυτή τη φορά, οπότε αναπόφευκτα ξεκινώ ρωτώντας: Ποιος είσαι Παναγιώτη;

Δυσκολεύομαι λίγο να σου απαντήσω… Γεννήθηκα και ζω στην Αθήνα. Μου αρέσει η μουσική, ο καφές, οι γρήγορες αποφάσεις, το κάμπινγκ, το γέλιο και οι ζεστοί άνθρωποι.

Και ας έρθουμε στο δεύτερο: Όταν ξεκίνησες, πριν από 2,5 χρόνια περίπου, έδειχνες κυρίως προτίμηση στην καταγραφή αστείων ή αξιοπερίεργων σκηνών που συναντούσες στο βιοτικό σου περιβάλλον. Παρατήρησα ότι, περίπου 1 χρόνο πριν, αυτή η διάθεση σταματάει και σαν οι φωτογραφίες να μην σε «βρίσκουν» τυχαία, αλλά να τις βρίσκεις εσύ, μέσω μιας πιο συνειδητής εκ μέρους σου διαδικασίας. Τι διαμόρφωσε τη στάση σου και τι σε έστρεψε πιο σοβαρά στη φωτογραφία;

Οι πρώτες φωτογραφίες είναι τραβηγμένες με κινητό με μια διάθεση χιουμοριστική θα έλεγα. Αργότερα με την αγορά της πρώτης dslr σχεδόν ταυτόχρονα με την έναρξη μαθημάτων φωτογραφίας (στην αρχή λίγο τεμπέλικα, αργότερα με περισσότερο ενθουσιασμό) με έκανε να σκέφτομαι διαφορετικά κάποια πράγματα, κρατώντας πάντα την χιουμοριστική διάθεση για τις παρέες και τους φίλους μου. Για μένα ήταν μια ανάγκη έκφρασης και δημιουργικότητας, μια αφορμή να συναντήσω μέσω της φωτογραφίας το απροσδόκητο. Ένας από τους λόγους που με έστρεψε σε αυτή την κατεύθυνση είναι η προσπάθεια να αποτυπώσω το πώς βλέπω τον κόσμο γύρω μου, να δείξω την δική μου πραγματικότητα.

Η συλλογή σου έχει αρκετή ποικιλία: και ασπρόμαυρο και χρώμα, και μίνιμαλ και όχι και ανθρώπους και κτίρια… Πειραματίζεσαι ή απλά η ομορφιά είναι παντού;

Είναι ένας συνδυασμός και των δυο. Αυτό που θέλω να σου πω είναι πως βγαίνοντας έξω στην ουσία δεν υπάρχει (εκτός από κάποιες εμμονές) προγραμματισμός για το οτιδήποτε, τόσο που μερικές φορές είναι τόσος ο όγκος πληροφοριών – οι εικόνες, τα σχήματα, τα χρώματα, τα φώτα, οι σκιές – που ο εγκέφαλος δεν προλαβαίνει να τα κωδικοποιήσει και το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να παρατηρείς και όλο και κάτι καλό θα βγει. Αν και τώρα τελευταία έχω μια αδυναμία στην συμμετρία, την γεωμετρία και τις σκιές.

Συνοδεύεις πλέον τις φωτογραφίες σου με στίχους ή τίτλους τραγουδιών, δημιουργώντας ανάλογη διάθεση, που κατά κανόνα ενισχύει την συνολική επίδραση, ταυτόχρονα, όμως, εκμηδενίζει την ευχέρεια του θεατή να αποφασίσει εκείνος τι θέλει να δει και να αισθανθεί. Είναι επιλογή, προκειμένου να προσφέρεις μια πιο συνολική εμπειρία που θα απευθυνθεί σε περισσότερες αισθήσεις του κοινού ή επιδιώκεις ακριβώς την οριοθέτηση που ανέφερα, να δώσεις δηλαδή εσύ την κατεύθυνση, με βάση τη ματιά και το συναίσθημά σου;

Στην ουσία είναι η αγάπη που έχω και για την φωτογραφία και για την μουσική. Είναι πολλές φορές που σκέφτομαι πρώτα την μουσική και «σκηνοθετώ» την φωτογραφία και άλλες που κάνοντας το κλικ μου έρχεται αυθόρμητα στο μυαλό και το τραγούδι. Για να δανειστώ και μια ατάκα από μια αγαπημένη μου ταινία το High Fidelity: “Did I listen to pop music because I was miserable? Or was I miserable because I listened to pop music?”. Το ίδιο ισχύει και εδώ. Στα μάτια και τα αυτιά μου το ένα συμπληρώνει το άλλο, όχι απαραίτητα θεματικά αλλά και ηχητικά. Δεν είναι θέμα κατεύθυνσης, ούτε θέμα επιλογής κατά κάποιο τρόπο, είναι καθαρά βιωματική, προσωπική αίσθηση.

Ο άνθρωπος, όπου υπάρχει, εμφανίζεται ως σκιά ή σιλουέτα, ποτέ απροκάλυπτα. Σε ενδιαφέρει σαν θέμα; Θα σκεφτόσουν π.χ. το πορτρέτο σε κάποια επόμενη φάση σου;

Με την φωτογράφιση δρόμου λειτουργώ κάπως ως ο φωτογραφιζόμενος. Με ενδιαφέρει πιο πολύ αυτή η προσέγγιση, να μην εμπλέκεται άμεσα το θέμα μου. Να είναι μεν υπαρκτό ως υπόσταση, αλλά ταυτόχρονα μη αποκαλύψιμο – σκοτεινό και κάπως αινιγματικό. Δίνω την πληροφορία σεβόμενος όμως τον προσωπικό χώρο του άλλου και της ιδιωτικότητάς του. Τα πορτραίτα δεν είναι κάτι που έχω κατά νου ως θέμα, αλλά ποτέ μην λες ποτέ.

Υπάρχουν φωτογράφοι που αγαπάς και σε έχουν επηρεάσει;

Να σου πω την αλήθεια δεν μπορώ να καταλάβω από ποιους έχω επηρεαστεί. Σίγουρα θαυμάζω πολλούς μεγάλους φωτογράφους. Ενδεικτικά σου αναφέρω τους: Richard Koci Hernandez, για την ατμόσφαιρα και τον πειραματισμό του. Walker Evans, για την ειλικρίνεια των φωτογραφιών του. Λουκάς Βασιλικός, για τις φωτογραφίες δρόμου. Πάνος Κοκκινιάς, για την αμεσότητα και τον ρεαλισμό του.

Τι θα έλεγες ότι σου προσφέρει προσωπικά η φωτογραφία; Σε αυτή την λειτουργία της παίζει οποιοδήποτε ρόλο η κοινοποίησή της σε ευρύτερο κοινό ή η ικανοποίηση επέρχεται με μόνη την επιτυχημένη ολοκλήρωση της επεξεργασίας;

Η φωτογράφιση, η επιλογή και η επεξεργασία είναι μία αρκετά μοναχική διαδικασία. Μόλις τελειώσει την δείχνω σε 2-3 ανθρώπους που εμπιστεύομαι την κρίση τους. Η δημοσιοποίησή της στην συνέχεια είναι και αυτή ένα κομμάτι της διαδικασίας. Με αυτό τον τρόπο είναι σαν να «κλείνει» η φωτογραφία. Έτσι το βλέπω.

Μου αρέσουν πολλές φωτογραφίες σου και στο δρόμο για την τελική μου επιλογή άλλαξα αρκετές φορές άποψη. Θέλω να μου πεις γιατί νομίζεις ότι επικράτησε η συγκεκριμένη (σ.σ. κεντρική φωτό), τι αρετές διακρίνεις ή – αντίθετα – τι μετανιώνεις σε αυτή και ποια θα διάλεγες αν ήσουν στη θέση μου;

Ήταν ένα κλικ υπομονής που λένε… Η ώρα ήταν κατάλληλη, το φως ιδανικό, οι γραμμές από τις σκιές που κάνουν οι κολόνες επίσης. Και βλέποντας την τουρίστρια με τον χάρτη της Αθήνας στο χέρι να μπαίνει σαν υπνωτισμένη, ταίριαξε. Δεν ξέρω να σου πω αν μετανιώνω για κάτι, μπορώ να σου πω όμως πως στην θέση σου θα διάλεγα την φωτογραφία με τα καρπούζια για την συμμετρία, τα χρώματα και την γεύση τους!!!


Το profile του Παναγιώτη στο Instagram https://www.instagram.com/nma07_

Η συνέντευξη δόθηκε στις 22/12/2016