Σκηνές Αποκριάς ή αλλιώς το δικαίωμα των μεταμορφώσεων από τον Πολυδεύκη Ασωνίτη
Φωτογραφίζει ο Πολυδεύκης Ασωνίτης*
Απόκριες
Το δικαίωμα των μεταμορφώσεων
Μου αρέσει πολύ να φωτογραφίζω την περίοδο των Απόκρεω γιατί όλα είναι πιο ελεύθερα. Οι άνθρωποι μεταμφιέζονται είτε ελεύθερα προσωπικά είτε ομοιόμορφα στο πλαίσιο των εθίμων. Τα αποκριάτικα έθιμα με ενδιαφέρουν φωτογραφικά γιατί κινούμαι ελεύθερα μέσα σε μία ατμόσφαιρα χαράς, ανεμελιάς και ελευθερίας. Κανένας δε με εμποδίζει. Αντίθετα, όλοι θέλουν να φωτογραφηθούν. Έτσι κερδίζω διπλά για το λόγο ότι και εκφράζομαι φωτογραφικά ελεύθερα και αναδεικνύω τα ήθη και τα έθιμα του τόπου μας.
Πολυδεύκης Ασωνίτης
Οι Απόκριες
Οι «Απόκριες» ονομάζονται και «Τριώδιο» και πήραν την ονομασία αυτή από το ομώνυμο εκκλησιαστικό βιβλίο, το Τριώδιο, το οποίο περιλαμβάνει τους ύμνους που ψάλλονται στις εκκλησίες κατά τη συγκεκριμένη περίοδο. Οι ύμνοι αυτοί έχουν τρεις ωδές σε αντίθεση με τους υπόλοιπους ύμνους της Εκκλησίας, που έχουν εννέα ωδές. (Ωδές είναι ομάδες από τέσσερα ως πέντε ή περισσότερα τροπάρια, που ψάλλονται όλα με τον ίδιο τρόπο). Στην ορθόδοξη χριστιανική εκκλησία αποκριές ονομάζονται οι τρεις τελευταίες εβδομάδες πριν τη Μεγάλη Σαρακοστή. Από το 19ο αιώνα το καρναβάλι ξεκινά κάθε χρόνο την Κυριακή του Τελώνη και Φαρισαίου και λήγει την Κυριακή της Τυροφάγου. Η περίοδος αυτή χρονικά συμπίπτει με τη γιορτή των Μεγάλων Διονυσίων της ελληνικής αρχαιότητας που ήταν αφιερωμένες στο θεό Διόνυσο, θεό του κρασιού και του γλεντιού. Οι Απόκριες αποτελούν ουσιαστικά την εισαγωγή στην περίοδο της νηστείας και προετοιμασία για τη μεγάλη γιορτή του Πάσχα. Πριν τη Μεγάλη Σαρακοστή ο χριστιανός, που θα προετοιμαστεί και θα νηστεύει για την κορυφαία γιορτή της Ορθοδοξίας, αισθάνεται την ανάγκη να διασκεδάσει με κάθε είδους τρέλα. Το τέλος της Αποκριάς είναι η Καθαρά Δευτέρα, η πρώτη μέρα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, που ονομάζεται Τεσσαρακοστή, γιατί μιμείται την 40ήμερη νηστεία που έκανε ο Χριστός, ενώ λέγεται και Μεγάλη, για να υπάρχει σαφής διαχωρισμός από τη νηστεία των Χριστουγέννων.
Η πρώτη εβδομάδα της αποκριάς λέγεται “Προφωνή”, επειδή τα παλιά χρόνια κάποιος ανέβαινε σ’ ένα ψηλό μέρος και προφωνούσε, διαλαλούσε δηλαδή ότι αρχίζουν οι Απόκριες και κάθε οικογένεια έπρεπε να φροντίσει για τις προμήθειές της. Η δεύτερη εβδομάδα λέγεται “Κρεατινή”, επειδή έτρωγαν κρέας και δεν νήστευαν ούτε την Τετάρτη και την Παρασκευή. Η τρίτη εβδομάδα λέγεται “Τυρινή ή της Τυροφάγου”, επειδή έτρωγαν γαλακτοκομικά προϊόντα, για να προετοιμαστούν σιγά σιγά για τη νηστεία της Σαρακοστής. Η αρχή του Τριωδίου γίνεται κυρίως αισθητή την Πέμπτη της Κρεατινής, τη λεγόμενη Τσικνοπέμπτη. Η Τσικνοπέμπτη βρίσκεται στο μέσο των τριών εβδομάδων του Καρναβαλιού, είναι η Πέμπτη της δεύτερης εβδομάδας, της Κρεατινής. Την ημέρα αυτή ο κόσμος έψηνε κρέας στα κάρβουνα και από τον καπνό που λέγεται «τσίκνα» πήρε το όνομά της αυτή η Πέμπτη και λέγεται Τσικνοπέμπτη. Έψηναν όλοι μαζί σ’ ένα σπίτι ή καθένας χωριστά στο δικό του και έπειτα μαζεύονταν με τα ψητά στα ταψιά στον τόπο της διασκέδασης. Ακόμα και ο πιο φτωχός «τσίκνιζε τη γωνιά του» και η τσίκνα του κρέατος που ψηνόταν μοσχοβολούσε στην ατμόσφαιρα «για το καλό».
Το Σάββατο της Κρεατινής και τα δύο επόμενα Σάββατα, αντίθετα με την Πέμπτη που είναι μέρα χαράς, είναι αφιερωμένα στη μνήμη των νεκρών (Ψυχοσάββατα). Σύμφωνα με την παράδοση οι συγγενείς επισκέπτονται τα μνήματα και μοιράζουν κόλλυβα. Πώς συμβιβάζονται οι νεκροί και τα πένθη με το γενικό εύθυμο και φαιδρό τόνο των αποκριάτικων εθίμων; Η ημέρα των ψυχών συνδέεται με τη γιορτή των λουλουδιών και της άνοιξης, αφού την άνοιξη (αρχές Μαρτίου), που γιορτάζεται η αποκριά με τα Ψυχοσάββατά της, οι αρχαίοι Αθηναίοι γιόρταζαν τα Ανθεστήρια, γιορτή με διπλή όψη, αφού ήταν γιορτή των λουλουδιών, του κρασιού και της αχαλίνωτης χαράς, αλλά και γιορτή των νεκρών και των ψυχών. Σύμφωνα με τις παγανιστικές αντιλήψεις οι νεκροί έπρεπε να εξευμενισθούν, για να δώσουν καρπό στη γη και να επιτρέψουν το ξεφάντωμα στους ζωντανούς.
Η Καθαρή Δευτέρα είναι η πρώτη μέρα της Μεγάλης Σαρακοστής, γι’ αυτό λέγεται και πρωτονήστιμη Δευτέρα και “Αρχιδευτέρα”. Λέγεται Καθαρή, επειδή από το πρωί της ημέρας αυτής σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδας κάθε νοικοκυρά καθάριζε με ζεστό σταχτόνερο τις κατσαρόλες και όλα τα χάλκινα σκεύη από τα λίπη της αποκριάς μέχρι ν’ αστράψουν και έβαφε άσπρα τα πεζοδρόμια. Σε άλλα μέρη της Ελλάδας την Καθαρά Δευτέρα «καθάριζαν» ό,τι απόμεινε από τα μη νηστίσιμα φαγητά της αποκριάς. Ονομάστηκε η μέρα αυτή “Καθαρά Δευτέρα”, γιατί με την έναρξη της νηστείας θεωρούσαν ότι ξεκινούσε η «κάθαρση» του σώματος και του πνεύματος. Οι μεγάλες Απόκριες συνδέονται με την τελευταία περίοδο κρεατοφαγίας και διασκέδασης, προτού αρχίσει η μεγάλη νηστεία της Σαρακοστής. Στο διάστημα αυτό και για επτά ολόκληρες εβδομάδες δε γίνονται ούτε γάμοι ούτε γλέντια, ούτε πανηγύρια. Την Καθαρά Δευτέρα αρχίζει η ψυχική και σωματική προετοιμασία για το Πάσχα. Είναι η πρώτη μέρα της Σαρακοστής και ξεκινάει η νηστεία, που διαρκεί 40 ημέρες.
Δρώμενα της ελληνικής αποκριάς
Τα δρώμενα της αποκριάς έχουν τις ρίζες τους στην αρχαία Ελλάδα και στη λατρεία του Διονύσου και σήμερα αποτελούν ένα ψηφιδωτό ιστορίας και λαογραφίας με ήθη και έθιμα σε κάθε γωνιά της Ελλάδας. θεωρείται κατεξοχήν περίοδος εκτόνωσης, κατά την οποία οι άνθρωποι ξεφεύγουν από την καθημερινότητα και εξωτερικεύουν τα πάθη τους με τη βοήθεια της μεταμφίεσης.
Αποκριά σημαίνει την αποχή από το κρέας (από + κρέας), που προετοιμάζει τον άνθρωπο ψυχικά και σωματικά για την περίοδο του Πάσχα και την Ανάσταση. Στα λατινικά, λέξη αντίστοιχη της αποκριάς είναι το καρναβάλι, που προέρχεται το ιταλικό carnevale (<carnem: το κρέας και levare: αίρω, σηκώνω, αφαιρώ) και σχετίζεται και σημασιολογικά με την αντίστοιχη ελληνική “αποκριά”, καθώς και οι δύο σηματοδοτούν την αποχή από την κατανάλωση κρέατος. Άλλη εκδοχή θέλει τη λέξη καρναβάλι να προέρχεται από τις λέξεις carne (<κρέας) και vale (<γειά σου) και παραπέμπει στον αποχαιρετισμό του κρέατος από τις διατροφικές μας συνήθειες για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Και η αγγλική λέξη “carnival” προέρχεται από το λατινικό “carnem levare” ή “carnis levamen”, που σημαίνει τη διακοπή της κρεοφαγίας.
Κάποιοι συσχετίζουν τη λέξη “καρναβάλι” με τα Κάρνεια, γιορτή που γινόταν στην αρχαία Ελλάδα τον Αύγουστο – Σεπτέμβριο για τον θεό Απόλλωνα τον Κάρνειο. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή καρναβάλι είναι ο βαλλισμός των κάρνων. Βαλλισμός είναι το χοροπήδημα και κάρνος κατά τον λεξικογράφο Ησύχιο είναι το βόσκημα, το πρόβατο. Επομένως καρναβάλι είναι ο χορός των Σάτυρων που βαλλίζουν, δηλαδή χοροπηδάνε, μεταμφιεσμένοι σε βοσκήματα – τράγους.
Στην ιστορία του καρναβαλιού καταγράφονται δεκάδες εκδηλώσεις, που με τη μια ή με την άλλη μορφή ήταν και είναι παρούσες στις παραδόσεις όλων των λαών. Από τη βόρεια Ευρώπη μέχρι τη νότια Αμερική και από την Αφρική μέχρι την Ιαπωνία, παρόμοιες γιορτές μετρούσαν τις αλλαγές των εποχών με την ανάμειξη δοξασιών και πραγματικότητας, γήινων γιορτών και θρησκευτικής τελετουργίας. Κύριο χαρακτηριστικό των αρχαίων γιορτών ήταν η μεταμφίεση και η διασκέδαση. Η Εκκλησία μας προσπάθησε να σβήσει τα κατάλοιπα αυτών των ειδωλολατρικών εκδηλώσεων και καθιέρωσε την Αποκριά ως μια γιορτή προς το τέλος του χειμώνα με αποχή από το κρέας, που προετοιμάζει για τη νηστεία της Λαμπρής. Όμως αν και πέρασαν αιώνες, η Αποκριά κράτησε τον εύθυμο και γιορταστικό χαρακτήρα της. Παλιότερα για τους κατοίκους των χωριών ήταν μια χαρούμενη ανάπαυλα στη μονότονη, χειμωνιάτικη αγροτική και κτηνοτροφική ζωή και σήμαινε ατέλειωτο γλέντι, πολυφαγία, οινοποσία, μασκάρεμα, αστεία, αθυροστομία και γενικά κέφι και σάτιρα.
Στο αποκορύφωμα του γλεντιού και της κρασοκατάνυξης ξεκινούσε ο χορός και το “άσεμνο” τραγούδι. Κι έπειτα ντύνονταν όλοι μασκαράδες και ξεχύνονταν στους δρόμους. Μασκαράς ονομάζεται ο μεταμφιεσμένος κατά τις Απόκριες. Η λέξη προέρχεται απ’ την Ιταλική λέξη maska [μασκαράς < μάσκα] και σημαίνει προσωπιδοφόρος. Σήμερα τη λέξη αυτή τη χρησιμοποιούμε για να χαρακτηρίσουμε τους μεταμφιεσμένους είτε έχουν καλυμμένο το πρόσωπό τους με μάσκα είτε όχι. Η έννοια μασκαράς όλο τον άλλο χρόνο θεωρείται υποτιμητική και εκλαμβάνεται σαν βρισιά, αλλά τις μέρες της αποκριάς θεωρείται κάτι το φυσιολογικό, το οποίο όλοι οφείλουμε να συμμεριστούμε. Το πνεύμα των ημερών επιβάλλει τα μασκαρέματα, το ξεφάντωμα και την κραιπάλη σε ένα είδος διονυσιακής ατμόσφαιρας, όπου τα κρασιά και το φαγοπότι είναι άφθονα για όλους. Οι μασκαράδες κυκλοφορούν στον δρόμο, μπαίνουν στα κέντρα, χορεύουν, πειράζονται και γλεντούν. Ο άνθρωπος φορώντας τη μάσκα και την αποκριάτικη στολή αισθάνεται ότι παραμερίζει την προσωπικότητά του, την εικόνα του απέναντι στους άλλους ανθρώπους και το ρόλο του στην κοινωνία και νιώθει ότι έχει την ευκαιρία να αφήσει ελεύθερα κάποια ένστικτα και συμπεριφορές που δίσταζε υπό κανονικές συνθήκες να εκδηλώσει.
Παλιότερα χρησιμοποιούσαν διάφορα ονόματα κατά τόπους για τους μασκαράδες. Τους έλεγαν κουδουνάτους, γιανίτσαρους, κουκούγερους, μούσκουρους, κουμουζέλες, καρνάβαλους κ.ά. Βασικό γνώρισμα των μασκαράδων η μάσκα, που θεωρείται απόγονος των αρχαίων κωμικών και σατυρικών προσωπείων που φορούσαν οι ηθοποιοί, όταν έπαιξαν κωμωδίες και σατυρικά δράματα προς τιμήν του θεού Διονύσου.
Ο Ελληνικός λαός αποκρεύει, δηλαδή παύει να τρώει κρέας, μετά το φαγητό της Κυριακής της δεύτερης εβδομάδας, της Κρεατινής. Αλλά η καθαυτό Αποκριά με τα πολλά έθιμα είναι η τελευταία Κυριακή της Τυροφάγου. Όταν φτάσει η Κυριακή αυτή, εντείνονται στο έπακρο η ευθυμία, οι μεταμφιέσεις και οι χοροί. Η ημέρα όλη περνά με την κίνηση των μασκαράδων, με τις επισκέψεις και τα πλούσια φαγοπότια, που είναι ομοιοπαθητικές προσπάθειες για την ευφορία της γης, όπως τονίζει ο λαογράφος Δ. Λουκάτος. Όταν αρχίζει να νυχτώνει, τότε ανάβονται στις πλατείες των χωριών ή στα σταυροδρόμια των πόλεων φωτιές, για να κάψουν τον καρνάβαλο. Οι άνθρωποι, νέοι και γέροι, τραγουδούν και χορεύουν πηδώντας πάνω απ’ τις φωτιές «για το καλό», όπως λένε, αλλά και για να καούν οι ψύλλοι και κάθε κακό απομεινάρι του χειμώνα. Πιθανόν και η ονομασία Τριώδιο (τρεις οδοί-δρόμοι) να προήλθε ετυμολογικά και απ’ αυτές τις φωτιές στα τρίστρατα σταυροδρόμια.
Μια μορφή χορού είναι και το «γαϊτανάκι», ένα παραδοσιακό παιχνίδι για παιδιά με έναν ψηλό στύλο, από την κορυφή του οποίου κρέμονται λωρίδες υφάσματος διαφορετικών χρωμάτων. Κάθε παιδί πιάνεται από μια λωρίδα και γυρνούν γύρω-γύρω από το στύλο χορεύοντας και τραγουδώντας. Πιθανόν ο κυκλικός αυτός χορός να υποδηλώνει τον κύκλο της ζωής, από την χαρά στην λύπη, από τον χειμώνα στην άνοιξη, από τη ζωή στο θάνατο και το αντίθετο. Σε πολλές περιπτώσεις οι καρναβαλιστές χωρίζονταν σε δύο στρατόπεδα και συγκρούονταν μεταξύ τους, για να μην αφήσουν τόπο στους άλλους να περάσουν, αν το δρομάκι ήταν στενό και έπρεπε κάποια από τις ομάδες να παραμερίσει. Οι πέτρες με τα όπλα που μεταχειρίζονταν στις συγκρούσεις αυτές, αντικαταστάθηκαν στις μέρες μας με τον ακίνδυνο χαρτοπόλεμο που γίνεται με σερπαντίνες και κομφετί, ως ανάμνηση κι αναπαράσταση των τρομερών μαχών που γίνονταν παλαιότερα στις γειτονιές.
Τα τελευταία χρόνια γίνονται προσπάθειες να αναβιώσουν τα παραδοσιακά αποκριάτικα έθιμα σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Πολύ γνωστό σε όλους είναι το περιβόητο πατρινό καρναβάλι, που έχει τις ρίζες του στις αρχές του 19ου αιώνα, της Πλάκας στην Αθήνα, της Θήβα με τον περίφημο «βλάχικο γάμο», της Κοζάνης με τους φανούς της και τα υπαίθρια γλέντια γύρω από φωτιές σε διάφορες γειτονιές, αλλά και της Ξάνθης, της Καστοριάς, όπως επίσης και της Νάουσας με τους Γενίτσαρους και τις Μπούλες.
Στοιχεία αντλήθηκαν από άρθρο με τίτλο “Τα δρώμενα της αποκριάς και οι ρίζες τους” του φιλόλογου Αλέξη Τότσικα στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού
Πολυδεύκης Ασωνίτης | Απόκριες – Το δικαίωμα των μεταμορφώσεων
*Πολυδεύκης Ασωνίτης
O Πολυδεύκης Ασωνίτης γεννήθηκε το 1956 στα Γιάννενα. Σπούδασε, Οικονομικά, Παιδαγωγικά και Φωτογραφία. Είναι Διδάκτορας και με μεταπτυχιακό τίτλο της Σχολής Καλών Τεχνών Ιωαννίνων-Τμήμα Επιστημών της Τέχνης, στο αντικείμενο της Σημειολογίας της Τέχνης και τη διδασκαλία της Εικαστικής Αγωγής στην Εκπαίδευση.
Δίδαξε φωτογραφία στο ΤΕΙ Αθηνών (Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας) και σε όλα τα ΔΙΕΚ της Ηπείρου.
Πραγματοποίησε πολλές ατομικές και ομαδικές φωτογραφικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, σε Κέντρα Τέχνης. Πνευματικά Κέντρα και Μουσεία,
Είναι μόνιμος συνεργάτης του περιοδικού «ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ».
Έχει εκδώσει τέσσερα φωτογραφικά λευκώματα, με τίτλους: «Τοπία Παιδικότητας», «Καλλιέπεια», «Οι Καρβουνιάρηδες της Πίνδου» και «Δημοτική Αλυκή Τουρλίδας Μεσολογγίου».
Έχει επιλεγεί τρεις φορές στην «Φωτομετρία» για τις «Παράλληλες Φωνές» με τα πρότζεκτς: «Αμβρακικός», «Λασπόλουτρα Κρηνίδων» και «Μεσολόγγι: η πόλη της θάλασσας και του ουρανού». Έχει επιλεγεί για ατομικές εκθέσεις τρεις φορές στην επαγγελματική διοργάνωση «PHOTOVISION», του περιοδικού: “ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ. Το 2021 έλαβε το πρώτο βραβείο σε διαγωνισμό της “Ifocus-Community”, στο Φεστιβάλ: “Phos Athens” και “Pulb”. Ειδική μνεία έλαβε από το “Lens Culture”.
Από το 2021 είναι Official Fujifilm X- Photograper.
Διδάσκει σε φωτογραφικές ομάδες κυρίως τη σύνθεση και οργάνωση των μορφών.
Facebook: Πολυδεύκης Ασωνίτης
Instagram: polydefkis-asonitis
web site: https://asonitisp.wixsite.com/asonitis/home