19 Αυγούστου – 19 φωτογράφοι – 19 παραλλαγές σε ένα θέμα για την Παγκόσμια Ημέρα Φωτογραφίας
Το photologio πιστό στο ετήσιο ραντεβού για την Παγκόσμια Ημέρα Φωτογραφίας (19 Αυγούστου) απηύθυνε πρόσκληση σε 19 φωτογράφους να μας αναπτύξουν ένα κοινό θέμα. Μας ενδιέφερε πολύ να δούμε τη σύγκλιση ή την διαφορετικότητα των απόψεων.
Θέμα: “Η σπουδαία φωτογραφία έχει να κάνει με το βάθος του (συν)αισθήματος και όχι με το βάθος πεδίου” (Peter Adams) – Τεχνική και συναίσθημα στη φωτογραφία.
Τι προέχει σε μια φωτογραφία; η τεχνική ή αυτό το feeling του φωτογράφου, που τον προτρέπει να κάνει το συγκεκριμένο κλικ και να το μοιραστεί, να το επικοινωνήσει με τον θεατή/αναγνώστη της φωτογραφίας του;
Σε αυτή την “άτυπη” έρευνα κλήθηκαν οι:
Λουκάς Βασιλικός / Αλέξανδρος Βρεττάκος / Ανδρέας Ζαχαράτος / Ανδρέας Καμουτσής / Παναγιώτης Κασίμης / Μπάμπης Κουγεμήτρος / Ιουλία Λαδογιάννη / Μάντη Λυκερίδου / Κώστας Μασσέρας / Αχιλλέας Νάσιος / Ρέα Παπαδοπούλου / Στέλιος Παπαρδέλας / Ηώ Πάσχου / Μιχάλης Πουλάς / Χαρά Σκλήκα / Τάσος Σχίζας / Βαγγέλης Ταμβάκος / Αλέξανδρός Τσούτης και Τόλης Χατζηγνατίου.
Το photologio τους ευχαριστεί για την άμεση ανταπόκριση στην πρόσκληση.
Λουκάς Βασιλικός
Συμφωνώ με τον Peter Adams, διότι πράγματι η τεχνική μπορεί να είναι μια σημαντική πτυχή της φωτογραφίας, αλλά δεν είναι αυτό καθαυτό που καθορίζει την ποιότητά της. Το βάθος του αισθήματος, από την άλλη πλευρά, αναφέρεται στην ικανότητα μιας φωτογραφίας να εκφράζει συναισθήματα, να αφυπνίζει σκέψεις και να προκαλεί αντιδράσεις στον θεατή. Ένας καλός φωτογράφος μπορεί να καταφέρει να μεταφέρει την αίσθηση ενός συγκεκριμένου συναισθήματος μέσω των εικόνων που δημιουργεί. Αυτή η ικανότητα είναι αυτή που καθιστά μια φωτογραφία σπουδαία και αξιόλογη. Το βάθος του αισθήματος, η ωριμότητά του, η σύνθεσή του και η παραγωγή του μπορεί να αποτελέσει τη βάση για μια ποιοτική σύνδεση μεταξύ φωτογραφίας και θεατή, δημιουργώντας μια εξαιρετικά δυνατή εμπειρία ανάγνωσης και θέασης της φωτογραφίας.
Η συνδυασμένη χρήση τεχνικής και συναισθήματος στη φωτογραφία είναι ουσιαστική για τη δημιουργία μιας εντυπωσιακής και συναισθηματικά φορτισμένης εικόνας. Η τεχνική μπορεί δηλαδή να περιγράψει το «πώς» έχει ληφθεί μια φωτογραφία, αλλά το συναίσθημα αφορά το «γιατί» και το «τι» θέλει να εκφράσει ο φωτογράφος. Το συναίσθημα μπορεί να παραχθεί μέσα από τη σύνθεση, το φωτισμό, την επιλογή του θέματος και την απόδοση της ατμόσφαιρας. Ωστόσο το συναίσθημα που εισάγει ο φωτογράφος στη φωτογραφία είναι αυτό που κάνει την εικόνα να ξεχωρίζει. Το συναίσθημα εκφράζεται επίσης μέσω της επιλογής του θέματος, του στυλ της φωτογραφίας ή της σύλληψης της στιγμής.
Η γραμματική και το συντακτικό αποτελούν τη βάση για να μπορέσουμε να γράψουμε αυτό που θέλουμε. Το αντίστοιχο είναι η τεχνική για τη φωτογραφία. Για να μεταδώσουμε όμως συναίσθημα και να συγκινήσουμε τον αναγνώστη με το γραπτό λόγο πρέπει να χρησιμοποιήσουμε άλλα μέσα που έχουν να κάνουν κυρίως με μας, όπως πώς αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο, πώς διαβάζουμε τον κόσμο, πώς αντλούμε βιώματα από τη ζωή μας κ.λπ. Το ίδιο συμβαίνει και με τη φωτογραφία. Ως φωτογράφοι οφείλουμε να γνωρίζουμε άριστα την τεχνική της φωτογραφίας έτσι ώστε να γίνει δεύτερή μας φύση, όπως ακριβώς ένας πιανίστας παίζει ένα κομμάτι χωρίς να σκέφτεται ποια πλήκτρα θα πατήσει για να βγει ο ήχος που επιθυμεί, έτσι πρέπει να κάνει και ο φωτογράφος. Η τεχνική οφείλει να μην αποτελεί βάρος για τον φωτογράφο.
Μία φωτογραφία, τέλος, δεν αρέσει επειδή προκάλεσε χαρά ή λύπη ή κάποια άλλα συναισθήματα. Συγκινούμαστε επειδή αυτό που βλέπουμε συνδέεται με μας, με το βαθύτερο εαυτό μας. Όταν λέμε, επίσης, ότι συγκινούμαι από μία φωτογραφία, δεν σημαίνει ότι το θέμα της ή το πρόσωπο που απεικονίζει μας προκάλεσε συναισθήματα χαράς ή λύπης, αλλά έχει να κάνει με τον τρόπο που μπήκαν τα στοιχεία μέσα στο κάδρο και δημιούργησαν τέτοια ένταση η οποία «περνάει» ως συγκίνηση στον θεατή. Το συναίσθημα δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός σε μία φωτογραφία. Αν αναδείξουμε τελικά κάτι μέσα από τον εαυτό μας ώστε να μπορέσουμε να μεταμορφώσουμε την πραγματικότητα σε κάτι ολοκληρωτικά δικό μας τότε έχουμε πετύχει το στόχο μας ως φωτογράφοι.
Λουκάς Βασιλικός
https://lukasvasilikos.com
Αλέξανδρος Βρεττάκος
Νομίζω ότι όποιος θέλει σοβαρά να ασχοληθεί με τη φωτογραφία πρέπει αρχικά να μάθει την τεχνική της. Και αφού την κατακτήσει, να την ξεχάσει. Για να απελευθερωθεί από αυτήν και να μπορέσει στη συνέχεια να συγκεντρωθεί σε άλλα πράγματα, που δεν τα ελέγχει κατά τη διάρκεια μιας φωτογράφισης. Η σωστή τεχνική μάς οδηγεί σε αξιοπρεπείς φωτογραφίες, αυτό είναι βέβαιο. Και είναι αναγκαίο, όταν έρθουν οι κατάλληλες συνθήκες, να την κατέχουμε. Κανένας, ωστόσο, δεν εγγυάται σε αυτόν που γνωρίζει την τεχνική ότι θα δημιουργήσει ενδιαφέρουσες εικόνες. Γιατί η τεχνική δεν αρκεί από μόνη της. Πρέπει να συνοδεύεται από τη φαντασία και τη δημιουργικότητα του καλλιτέχνη. Αν δεν ισχύουν αυτά, τότε υπάρχει ο κίνδυνος τα πράγματα να αφεθούν στην τύχη τους και το αποτέλεσμα να είναι ατυχές.
Συνήθως δίνουμε βαρύτητα στην τεχνική ανεπάρκεια των φωτογραφιών όταν το περιεχόμενό τους είναι πολύ μέτριο. Κανένας όμως δεν ασχολείται με την τεχνική αρτιότητα μιας δυνατής εικόνας. Γιατί συχνά, η αψεγάδιαστη τεχνική μπορεί πολλές φορές να μας οδηγήσει σε ένα ψυχρό εργαστηριακό αποτέλεσμα. Εμείς οι φωτογράφοι αναφερόμαστε συχνά στα συναισθήματα που πρέπει να μας προκαλεί μια καλή φωτογραφία. Όμως, τα συναισθήματα από τη φύση τους είναι πολύ συγκεκριμένα. Για παράδειγμα, όταν ρωτηθεί κάποιος για τα συναισθήματα που του ανακινεί μια δυνατή φωτογραφία, τότε, στην προσπάθειά του να τα περιγράψει, συνειδητοποιεί ότι είναι πολύ φτωχά για να εκφράσουν αυτό που αισθάνεται. Θα προτιμούσα να αναφερόμαστε στη ‘’συγκίνηση’’ που πρέπει να μας δημιουργεί ένα έργο και όχι στα συναισθήματα. Και αυτό γιατί τα συναισθήματα έχουν συγκεκριμένη φόρτιση και πρέπει, κατά συνέπεια, να αποφεύγονται. Ενώ η συγκίνηση είναι ακαθόριστη στην περιγραφή της και πολύ πιο εσωτερική.
Αλέξανδρος Βρεττάκος
Φωτογράφος, Δάσκαλος φωτογραφίας
Ανδρέας Ζαχαράτος
Οι ανθρώπινες υπάρξεις λειτουργούν με τις αισθήσεις, δημιουργώντας αυτόματα συναισθήματα και τελικά πράξη.
Η πράξη εκφράζεται πρωτίστως με κίνηση και καθορίζει τη δράση στον πραγματικό χρόνο.
Φωτογραφία για μένα είναι μια βουτιά στον πραγματικό χρόνο με τον κατάλληλο όμως εξοπλισμό:
ταλέντο, συναίσθημα, βλέμμα, στάση ζωής, ιδεολογία, γνώση, όχι μόνο της τεχνικής, αλλά και ικανότητα αποκωδικοποίησης όσων Βλέπεις μπροστά σου.
Η αγάπη μου για την φωτογραφία ξεκίνησε από την έφεση που είχα από μικρός να παρακολουθώ πως είναι τα πράγματα στον χώρο ως παιχνίδι παρατήρησης/μνήμης.
Σπουδάζοντας Κινηματόγραφο και μαθαίνοντας να αναπαριστώ τη πραγματικότητα μέσα από το οφθαλμοσκόπιο της κινηματογραφικής μηχανής όπως επιτάσσει το κάθε σενάριο, σκέφτηκα ότι θέλω να μην σκηνοθετώ αλλά να δίνω τη δική μου αντίληψη του κόσμου αποκρυπτογραφώντας τις πράξεις των συνανθρώπων μου τριγύρω.
Αισθάνομαι ερασιτέχνης της Φωτογραφίας, δεν φωτογραφίζω επί πληρωμή και τα έργα και οι Μονογραφίες μου γίνονται και απευθύνονται στον απλό κόσμο, μια ανταλλαγή με το κοινό μακριά από την έννοια του κέρδους.
Κάθε μέρα είναι μια νέα αρχή∙ έχοντας πάντα την φωτογραφική μου μηχανή εναρμονίζω τα συναισθήματά μου με αυτό που συμβαίνει απέναντί μου, το ευρύτερο γίγνεσθαι, την ομορφιά, την ασχήμια, το παράδοξο, το απλό και το κοινότυπο.
Τα στατικά αντικείμενα ανακλούν εντυπώσεις από μνήμες τωρινές ή αρχέτυπες, εγγεγραμμένες σε ένα σύστημα σημασιών∙ η συγκίνηση, η ενσυναίσθηση αποτυπώνονται ως νεκρή φύση πάνω στο σελιλόιντ, μια δύσκολη άσκηση συνδυασμού ανάμνησης και χώρου.
Κριτήριό μου και στόχος ήταν και είναι η Αλήθεια και η Ηθική.
Με τη Φωτογραφική πράξη δοκιμάζονται και τα δύο.
Το φωτογραφικό έργο έχει την ανάγκη να βρει τους θεατές του και ο φωτογράφος δεν μπορεί να στερεί το έργο του από το κοινό το οποίο θα παραβάλει τα προσωπικά του αισθήματα με την εικονοποιημένη ματιά του δημιουργού∙ βλέπει, ακούει, οσμίζεται, γεύεται και παράλληλα ταξιδεύει, χαίρεται, γελά, σιωπά, ενδοσκοπεί, αφυπνίζεται, λυπάται, θυμώνει, παθιάζεται, ποθεί, επιθυμεί, ερωτεύεται, αδιαφορεί: μια διαδικασία αλληλεπίδρασης.
Το φωτογραφικό έργο που εμπνέεται από την πραγματικότητα και την αποτυπώνει παραμένει διαχρονικό .
Το Φωτογραφίζειν δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο από εσωτερική ανάγκη έκφρασης όσων συλλαμβάνουν οι αισθήσεις και η κρίση μας.
Ανδρέας Ζαχαράτος
http://jlykourezou-azacharatos.blogspot.com/
Ανδρέας Καμουτσής
Ανδρέας Καμουτσής
Η ομορφιά κρύβεται στις ατέλειες
Ως φωτογράφος δρόμου ποτέ δεν αναζητούσα το τέλειο. Η ανάγκη να βρω νόημα στην καθημερινότητα, σε αυτόν τον εξ’ ορισμού “ατελή” και μεταβαλλόμενο κόσμο από τις συνεχείς κοινωνικές διαφοροποιήσεις ήταν ο αρχικός λόγος που ασχολήθηκα με την φωτογραφία.
Η τεχνική στη φωτογραφία θεωρώ ότι αποτελεί ένα μέσο για να εκφράσουμε κάτι κι όχι αυτοσκοπό. Όπως σε όλες τις τέχνες έτσι και στην φωτογραφία η αυθεντικότητα, η πρωτοτυπία και η ειλικρίνεια που εκπέμπει ένα έργο καθορίζουν την αξία του, παρά οι τυχόν τεχνικές αστοχίες του. Από τις ατέλειες, οι οποίες προκύπτουν από διάφορους παράγοντες στο φωτογραφικό κάδρο, μπορούμε να ανακαλύψουμε νέες διαστάσεις του ωραίου και να εκτιμήσουμε την πολυπλοκότητα και τη μοναδικότητα του κόσμου γύρω μας, αφού η φωτογραφία μπορεί να γίνει περισσότερο ενδιαφέρουσα και προσεγγίσιμη, αποκτώντας μια διαφορετική αισθητική υπόσταση. Μια ισχυρή αισθητική φωτογραφία μπορεί να καθοδηγήσει πολλές φορές τις τεχνικές αποφάσεις του φωτογράφου και να προσδώσει χαρακτήρα και σημασία στο αποτέλεσμα. Η αισθητική και η τεχνική είναι δύο διαφορετικές αλλά συνδεδεμένες πτυχές μιας φωτογραφίας. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα φωτογραφιών που έχουν κερδίσει αναγνώριση και επαίνους παρά το γεγονός ότι δεν ακολουθούν αυστηρά τεχνικούς κανόνες. Ορισμένοι φωτογράφοι, όπως ο γνωστός Ιάπωνας Daido Moriyama, χρησιμοποιούν εσκεμμένα προσεγμένα “σφάλματα” στην τεχνική για να προσθέσουν μια αίσθηση αυθεντικότητας και προσωπικότητας στις φωτογραφίες τους, για παράδειγμα είναι ασυνήθιστα περικομμένες, εκτός εστίασης και κοκκώδεις. Η αισθητική μιας φωτογραφίας μπορεί να είναι υποκειμενική και εξαρτάται από τις προτιμήσεις, τις εμπειρίες και τις αξίες του καθενός όμως μια καλή φωτογραφία πρέπει να είναι ικανή να επιφέρει συναισθήματα, να συγκινήσει, ή ακόμη και να προβληματίσει τον θεατή χωρίς να εντυπωσιάζει απαραίτητα με την ευκρίνειά της ή τους κανόνες που ακολουθεί.
Από την άλλη, όμως, αυτό δεν αποτελεί μπούσουλα, δηλαδή μια φωτογραφία κατώτερων τεχνικών προδιαγραφών δε θα χρίζει και μεγαλύτερης καλλιτεχνικής αξίας, αφού η ποιότητα μιας φωτογραφίας είναι ένας συνδυασμός τεχνικής και συναισθήματος. Και οι δύο παράγοντες είναι σημαντικοί στην δημιουργία ενός προσωποποιημένου αποτελέσματος, λοιπόν, όχι πάντα όμως ισόποσα τελικά. Προσωπικά, στα σεμινάρια φωτογραφίας δρόμου που διδάσκω, φροντίζω ο συμμετέχων να λαμβάνει τις απαραίτητες τεχνικές γνώσεις που θα χρειαστεί να κατέχει, ώστε να μην σπαταλήσει το χρόνο του μπροστά από την κάμερά του, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον του στην στιγμή και την δημιουργική διαδικασία της φωτογράφισης. O γνωστός Βρεττανός φωτογράφος Don McCullin είχε πει πολύ εύστοχα ότι: «Χρησιμοποιώ μια κάμερα όπως χρησιμοποιώ μια οδοντόβουρτσα. Κάνει τη δουλειά».
Κλείνοντας, θα έλεγα ότι η φωτογραφία είναι σαν το πιάνο. Στην αρχή πρέπει να παίξεις με τους κανόνες και τις σωστές τεχνικές, αλλά μετά πρέπει να τα ξεχάσεις και να παίξεις από καρδιάς.
Ανδρέας Καμουτσής
https://www.andreaskamoutsis.gr/
Πάνος Κασίμης
Ομολογώ πως δεν γνωρίζω τη συνταγή της σπουδαίας φωτογραφίας, αν και ο κος Peter Adams φαίνεται πολύ πεπεισμένος στη δυαδικότητα της αντίληψης του. Αναρωτιέμαι αν πιστεύει πως η ευφυΐα μπορεί να παίζει κάποιο ρόλο, επίσης. Η Τέχνη, και ειδικότερα η φωτογραφία, δεν είναι δυνατόν να περιορίζονται σε ένα απλοϊκό δίπολο.
Τούτου λεχθέντος, πιστεύω πως η ζωή είναι μια σειρά από συγκρούσεις και αντιθέσεις όλων των μορφών, με μια άπειρη ποικιλία εκφάνσεων και περιεχομένων. Είμαστε, δηλαδή, εν δυνάμει ικανοί να αντιληφθούμε σύνθετα και δυναμικά, πολλαπλά ζεύγη αντίθετων δυνάμεων. Δεν είναι τότε φυσικό να δημιουργούμε φωτογραφίες με πολλαπλές, συχνά ασαφείς, ιδέες και πολλαπλές αναγνώσεις μέσα από αρκετά ζεύγη αντιθετικών διαθέσεων, που μπορεί μεν να μοιάζουν ήσυχες άλλα δεν είναι ακριβώς καθησυχαστικές, και που επιτρέπουν τη μετάδοση και την αντίληψη της οπτικής γνώμης ή μιας συγκίνησης;
Μπορούμε τότε να συνεχίσουμε να τραβάμε μονοσήμαντες και μονοδιάστατες φωτογραφίες; Να κάνουμε φωτογραφίες χάριν της Φωτογραφίας ή της Τέχνης; Φωτογραφίες αυτοαναφορικές, αγνοώντας οτιδήποτε άλλο; Μπορούμε να συνεχίσουμε να τραβάμε φωτογραφίες γύρω από μια και μόνο ιδέα ή συναίσθημα, που περιλαμβάνει μόνο μία διάθεση, εύκολη, εύπεπτη και καταπραϋντική σαν παυσίπονο της μορφής;
Με κάποιο τρόπο, πρέπει να σταματήσει επιτέλους να μας απασχολεί η δημιουργία μιας σπουδαίας φωτογραφίας και να αποφασίσουμε να δεσμευτούμε εκ νέου στη δημιουργία σοβαρών, ουσιαστικών εικόνων. Είναι πλέον ανεπίτρεπτο να υποστηρίζουμε απομιμήσεις που μας αποσπούν την προσοχή από την ουσία της ζωής ή που, (άμεσα ή έμμεσα), γελοιοποιούν την ελπίδα, έργα γεννημένα από τον κυνισμό, την ειρωνεία και τον τόσο προβλέψιμο μηδενισμό.
Η φωτογραφία, κατά τη γνώμη μου, έχει να κάνει με πραγματικότητα, με την ζωή γύρω και μέσα μας. Καταστάσεις εξ ορισμού πολύπλοκες και πολυδιάστατες. Πιστεύω πως, ως πολυδιάστατα όντα και χρησιμοποιώντας το μέσον γι αυτό που είναι, μ’ αυτές τις καταστάσεις πρέπει να εμπλακούμε και σ’ αυτές οφείλουμε να ανταποκριθούμε.
Πάνος Κασίμης
https://kasimisphotography.com/
Μπάμπης Κουγεμήτρος
Μπάμπης Κουγεμήτρος
H άποψη του Peter Adams, με την οποία ούτε διαφωνώ ούτε συμφωνώ, μου δίνει την αφορμή να διατυπώσω κάποιες σκόρπιες σκέψεις και διαπιστώσεις αναφορικά με τη φωτογραφία. Όταν μιλάμε για το βάθος πεδίου τα πράγματα είναι απλά, ανέκαθεν κρατούσα αποστάσεις τόσο από τη λατρεία της τεχνικής, όσο και από την απαξίωσή της. Οι τεχνικές επιλογές παράγουν αισθητικά και εννοιολογικά αποτελέσματα και για τον λόγο αυτό, καλό θα είναι να μην απαξιώνονται.
Όταν η συζήτηση έχει να κάνει με το βάθος του συναισθήματος και τη σπουδαιότητα της φωτογραφικής εικόνας τα πράγματα είναι πιο σύνθετα και περίπλοκα. Παρά τη μακροχρόνια ενασχόληση μου με το φωτογραφικό μέσο, διδακτικά, επαγγελματικά και δημιουργικά, σχετικά πρόσφατα συνειδητοποίησα ότι σχεδόν σπάνια συγκινούμαι με μία μεμονωμένη φωτογραφία. Πιο συχνά θαυμάζω και συγκινούμαι είτε με μία ενότητα εικόνων είτε με το συνολικό έργο κάποιου δημιουργού.
Αναφέρω ενδεικτικά εδώ ως παράδειγμα, το έργο «Οικογενειακό Λεύκωμα 1986-2022» του Περικλή Αλκίδη, όχι γιατί είναι το μοναδικό, αλλά γιατί έτυχε να «συναντηθώ» μαζί του πολύ πρόσφατα. Πρόκειται για ένα έργο ζωής, στο οποίο ο Αλκίδης εξερευνά και ανακατασκευάζει τις μνήμες της παιδικής του ηλικίας, ορμώμενος από και αξιοποιώντας τα οικογενειακά του λευκώματα. Οι φωτογραφίες του Αλκίδη, καθαρές και ανεπιτήδευτες όπως και ο λόγος του για αυτές, με συγκινούν και ταυτόχρονα με «ταράζουν». Θαυμάζω στο έργο αυτό, τη μακροχρόνια ενασχόληση του δημιουργού, την αφοσίωση, την πειθαρχία και ταυτόχρονα τη σε βάθος και με προσωπικό τίμημα εμπλοκή. Αξίες που στη σύγχρονη φωτογραφική πρακτική δείχνουν να υποχωρούν υπό το βάρος και το άγχος της γρήγορης και χωρίς κόπο αναγνώρισης. Πρόκειται για την στρατηγική της ελάχιστης κοινής προσπάθειας που πάει πακέτο με μία επικοινωνιακή υπερκινητικότητα. Πάντα επίκαιρο το σύνθημα των αναρχικών «όλοι θέλουν να επιστρέψουν στη φύση, κανένας όμως με τα πόδια».
Έχω την αίσθηση ότι η εποχή της μίας, μεμονωμένης, «σπουδαίας» φωτογραφίας, έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Αν ωστόσο έπρεπε να κατονομάσω κάποιο στοιχείο που διαχρονικά με γοητεύει στη φωτογραφία, επιστρέφω στην εγγενή ιδιότητά της φωτογραφικής εικόνας να εγγράφει το τυχαίο και το απρόβλεπτο πλάι σε αυτό που συνειδητά και σκόπιμα επέλεξε να εμπεριέξει στο κάδρο του ο φωτογράφος. Είναι εκείνο το οπτικό στοιχείο που αυτόκλητα παρεισφρέει στην εικόνα, την ηλεκτρίζει και οδηγεί το θεατή σε αυθαίρετες, αντιφατικές και ενίοτε χωρίς νόημα συνδέσεις και συνειρμούς. Είναι η λεπτομέρεια εκείνη που μου επιτρέπει να ανακαλέσω λησμονημένες, απωθημένες, μνήμες και συναισθήματα. Είναι η ευτυχής συγκυρία (serendipity) ή σε ελεύθερη φωτογραφική μετάφραση είναι το punctum* του Barthes. Είναι αυτό που λείπει, αυτό που έμεινε εκτός κάδρου, αλλά για κάποιο λόγο «παρίσταται» στην εικόνα.
Δεν είναι η έκπληξη που προκύπτει από την σπανιότητα ή την πρωτοτυπία της προς φωτογράφιση σκηνής. Δεν είναι η χειραγώγηση του συναισθήματος του θεατή. Δεν είναι οι εξαιρετικές τεχνικές επιδόσεις του φωτογράφου ή της κάμερας του. Τέλος, δεν είναι το οπτικό, αισθητικό τρικ ή τα εννοιολογικά τερτίπια που υιοθετεί ο δημιουργός προκειμένου να αποσπάσει το ενδιαφέρον ή το like του θεατή. Punctum που τελεί υπό τον έλεγχο ή τη σκοπιμότητα του φωτογράφου δεν είναι punctum.
_______
* Roland Barthes, Ο φωτεινός θάλαμος, εκδ. Κέδρος
Μπάμπης Κουγεμήτρος
http://babiskougemitros.com/
Ιουλία Λαδογιάννη
Συναίσθημα [λήμμα]: σύνθετη υποκειμενική εμπειρία. Ο συνδυασμός νοητικών και ψυχοσωματικών καταστάσεων. Δεν εκφράζεται ως απλή αίσθηση, αλλά ως κάτι ΒΑΘΥ, εσωτερικό, που επιδρά στο σώμα και τη ψυχή.
Βάθος Πεδίου [λήμμα]: θεωρούμε στη φωτογραφία την περιοχή εκείνη που είναι καθαρά εστιασμένη μπροστά και πίσω από το συγκεκριμένο σημείο ή αντικείμενο που έχουμε αποφασίσει να εστιάσουμε.
Ο Peter Adams είναι ένας σπουδαίος σύγχρονος φωτογράφος που μεταξύ άλλων έχει πει ότι η σπουδαία φωτογραφία έχει να κάνει με το βάθος συναισθήματος και όχι με το βάθος πεδίου. Σε απλή αναγωγή αυτό που υπονοεί ο Adams είναι η αμφίσημη σχέση μεταξύ της τεχνικής και του συναισθήματος που μας προκαλεί μια φωτογραφία. Έτσι δημιουργούνται ερωτήματα τύπου: μπορεί μία άρτια τεχνικά εικόνα να γεννήσει συναισθήματα από την τεχνική της τελειότητα (ευκρίνεια, απόδοση γκρι τόνων ή χρωμάτων, σύνθεση, contrast); Ή το ανάποδο: μπορεί μια φωτογραφία με αρκετά τεχνικά «λάθη» να διεγείρει το συναίσθημα και κατ’ επέκταση να επιδράσει στη ψυχή του θεατή; Η Ιστορία της φωτογραφίας και του μέσου μας έχει διδάξει ότι και τα δύο μπορούν να συμβούν.
Ο συνεπίθετος φωτογράφος Ansel Adams δημιούργησε εξαιρετικά τοπία του Αμερικάνικου νότου στην πιο άρτια τεχνικά κλίμακα του ζωνικού συστήματος και με εξαιρετική ευκρίνεια ακολουθώντας το κίνημα F64. Κατά τον ίδιο ήθελε οι φωτογραφίες του να μας μεταδώσουν το μεγαλείο του φυσικού τοπίου της Αμερικής και η τεχνική του κατάρτιση πέτυχε το στόχο του. Κατά τον Ο. Γκέροντ Πάροτ ο οποίος το 2001 διατύπωσε τη θεωρία των συναισθημάτων αναφέρει ανάμεσα στα 100 συναισθήματα που μας διακατέχουν και το συναίσθημα της έκστασης. Αν μη τι άλλο οι φωτογραφίες του Ansel Adams δημιουργούν μια έκσταση για το μεγαλείο της φύσης.
Από την άλλη, οι κακοφωτισμένες, σχεδόν άναρχες (συνθετικά) εικόνες της σπουδαίας φωτογράφου Nan Goldin, με την άμεση και ωμή καταγραφή των ανθρώπων του περιθωρίου, δεν επιδιώκουν μια συναισθηματική αντίδραση αντάξια των προθέσεων της; Η Nan Goldin δεν ενδιαφέρεται για την τεχνική, θέλει να είναι άμεση, ανθρώπινη, στιγμιαία και αληθινή. Γιατί κατά τον Πάροτ μέσα στα συναισθήματα που περιλαμβάνει η λίστα του είναι η ερωτική τρέλα, το πάθος, η έλξη, η χαρμοσύνη, η εκδικητικότητα, η απογοήτευση, ο θυμός και η λύπη. Το συναίσθημα δεν έχει πάντα θετικό πρόσημο και σε αυτήν την περίπτωση οι «λάθος» λήψεις της Goldin πετυχαίνουν το σκοπό τους.
Εν κατακλείδι πιστεύω ότι το πιο σημαντικό από όλα είναι η πρόθεση του καλλιτέχνη και όχι ο τρόπος με τον οποίο θα τη μεταφέρει στο θεατή. Θα σταθώ έκθαμβη μπροστά σε ένα φυσικό τοπίο του Ansel Adams, αλλά θα εντρυφώ ξανά και ξανά στις «λάθος» φωτογραφίες της Nan Goldin που μου υπενθυμίζουν την ανθρώπινη φύση μου.
Ιουλία Λαδογιάννη
εικαστικός, φωτογράφος, καθηγήτρια στον ΑΚΤΟ
Μάντη Λυκερίδου
Η φωτογραφία είναι μια τέχνη που συνδυάζει δύο βασικά στοιχεία, την τεχνική και το συναίσθημα. Και τα δύο συνεργάζονται για να δημιουργήσουν το αποτέλεσμα που βλέπουμε σε μια φωτογραφία. Η τεχνική είναι η βάση της δημιουργίας μιας εικόνας. Η γνώση της φωτογραφικής μηχανής, η επιλογή των κατάλληλων ρυθμίσεων, και η δεξιότητα της επιλογής του κάδρου, συμβάλλουν στη δημιουργία μιας τεχνικά άρτιας φωτογραφίας. Η τεχνική μας επιτρέπει να ελέγχουμε τα στοιχεία της εικόνας, όπως την εστίαση, το βάθος πεδίου και την έκθεση.
Ωστόσο, η πραγματική αξία μιας φωτογραφίας δεν βρίσκεται στην τεχνική της τελειότητα. Όπως τονίζει και ο ίδιος ο Peter Adams, “Η σπουδαία φωτογραφία έχει να κάνει με το βάθος αισθήματος και όχι με το βάθος πεδίου.” Το συναίσθημα είναι αυτό που δίνει ζωή στη φωτογραφία. Το πώς αισθανόμαστε κατά τη λήψη ή και κατά την επιλογή της εικόνας που αποφασίζουμε να μοιραστούμε με τον θεατή και το τι επιθυμούμε να μεταδώσουμε. Μια φωτογραφία μπορεί να αφηγηθεί μια ιστορία, να αποτυπώσει την χαρά, τη θλίψη, την ελπίδα, ή την αγωνία με ένα μόνο φωτογραφικό ‘’κλικ’’. Όταν καταφέρνει να αναδύει το συναίσθημα, κερδίζει τον ουσιαστικό της ρόλο, να μας συνδέει με το παρελθόν, να μας καθοδηγεί στο παρόν και να μας ανοίγει νέες οπτικές για το μέλλον.
Η φωτογραφία που μιλάει στην ψυχή, αφήνει ανεξίτηλο αποτύπωμα στον θεατή.
Μάντη Λυκερίδου
https://madylykeridou.com/
Κώστας Μασσέρας
Το είδος της φωτογραφίας που προσπαθούμε να δημιουργήσουμε με τους μαθητές μου βασίζεται πάνω στην ανακάλυψη και την έκπληξη που σχετίζεται με αυτή. Ο εγκέφαλος του ανθρώπου μπορεί να δημιουργεί συνειδητές ή και ασυνείδητες σκέψεις, οι δεύτερες αυτές ανεπεξέργαστες σκέψεις, που βασίζονται πάνω στις αισθήσεις, σε βιώματα, συναισθήματα, προσλαμβάνουσες από τις διάφορες τέχνες, προϋπάρχουσες εικόνες, όνειρα, εφήμερες, τυχαίες ή μόνιμες εντυπώσεις, μας ενδιαφέρουν περισσότερο. Σε αυτή την περίπτωση της φωτογραφίας, η τεχνική που χρησιμοποιούμε περιορίζεται μόνο στο πώς η φόρμα μας να αποδώσει καλύτερα το περιεχόμενο με τέτοιο τρόπο που κανένα από τα δύο (φόρμα και περιεχόμενο) να μην υπερισχύει. Η τεχνική λοιπόν σε δεύτερη μοίρα. Πρώτα η αίσθηση που σου δημιουργεί η πραγματικότητα σαν πρώτη ύλη και ύστερα η διαχείρισή της και η μεταμόρφωση σε μια φωτογραφική οντότητα. Το τελικό αποτέλεσμα, ακόμα και στην πιο μινιμαλιστική μορφή του, θα πρέπει να δίνει στον θεατή ένα σύμπλεγμα από εκπλήξεις, συναισθήματα, ερωτηματικά, σκέψεις. Δεν γνωρίζω όλο τον συλλογισμό του Peter Adams γύρω από την φράση του, υποθέτω όμως ότι με το βάθος πεδίου εννοεί γενικά την τεχνική. Είναι αυτονόητο και όλοι συμφωνούμε και έχουμε δει φωτογραφίες σπουδαίων δημιουργών με ανεστίαστο το background ή ακόμα και το πρώτο πλάνο. Η φράση κλειδί όμως είναι το “βάθος αισθήματος”. Εδώ, μπορεί να δώσει κάποιος διάφορες ερμηνείες. Θα υποθέσω ότι εννοεί ότι η φωτογραφία για να είναι σπουδαία δεν μπορεί να είναι ένα εύπεπτο κατασκεύασμα που να εξαντλείται στην πληροφορία και να ερμηνεύεται εύκολα από όλους ή τους περισσότερους. Θα πρέπει να αναφέρεται στην σύνδεση του εξωτερικού κόσμου με τον εσωτερικό κόσμο του θεατή, να μεταφέρει μηνύματα από το υποσυνείδητο, όπως ακριβώς κάνουν τα όνειρα, να ενεργοποιεί μερικές φορές και τις αισθήσεις.
Σε κάθε περίπτωση, η συγκίνηση που θα δημιουργήσει η φωτογραφία στον μυημένο ή εκπαιδευμένο θεατή είναι πάνω από την τεχνική, ανεξάρτητη από πολύπλοκες εγκεφαλικές διεργασίες, ακόμα και πάνω από τις προθέσεις του ίδιου του δημιουργού.
Κώστας Μασσέρας
Φωτογράφος, Δάσκαλος φωτογραφίας
Αχιλλέας Νάσιος
Τι εννοούμε πράγματι όταν λέμε τη λέξη “φωτογραφία”;
Μιλάμε για την φωτογραφική εικόνα ή για την φωτογραφική διαδικασία;
Είναι άραγε δυνατόν να χωριστούν αυτά τα δυο;
Σε κάθε περίπτωση, αν το σκεφτούμε λιγάκι, αυτό που μας συνεπαίρνει στη φωτογραφία, είναι μάλλον το βίωμα που αποκτάμε παρατηρώντας τον κόσμο -ή, άλλοτε, διαμορφώνοντας τον- με στόχο να τον φωτογραφίσουμε. Το αποτέλεσμα της διαδικασίας αυτής είναι η φωτογραφική εικόνα και αν αυτή συμφωνεί με ορισμένα κριτήρια, τότε έχουμε πετύχει το στόχο μας. Βέβαια τίποτα δεν θα ήταν εφικτό αν δεν είχαμε στη διάθεση μας την φωτογραφική μηχανή. Απ’ ότι φαίνεται, αυτό το μαγικό κουτί που έχει την δυνατότητα να καταγράφει το φως, μας δίνει την ευκαιρία να δούμε τον κόσμο με “άλλο μάτι”, και -σύμφωνα πάντα με τη δική μας βούληση- να τον κατακερματίσουμε, να τον μεταφέρουμε σε μια άλλη διάσταση και, συγκρατώντας τον μέσα στο σκοτάδι μιας “σκληρής μνήμης” (φωτογραφικό φιλμ/κάρτα μνήμης), να τον επαναπροβάλλουμε αέναα με όποιο τρόπο επιθυμούμε, σε υλική, είτε σε ψηφιακή μορφή. Αυτή η δυνατότητα καταγραφής, αποθήκευσης και προβολής της εικόνας του φωτός του περιβάλλοντος χωροχρόνου, αλλάζει τη συνειδητότητά μας, δίχως οι ίδιοι να είμαστε απαραίτητα γνώστες της αλλαγής αυτής.
Η φωτογραφική μηχανή per se, μπορεί να γίνει αντιληπτή σαν ένα όργανο, έτσι κατασκευασμένο, ώστε εκείνος που το χειρίζεται να μπορεί να καταγράφει/διαμορφώνει απεικονίσεις του φωτός. Φυσικά, όπως συμβαίνει και με τα μουσικά όργανα, οι μελωδίες που παράγονται μπορούν να αποκτήσουν άπειρες εκφάνσεις, το ύφος των οποίων εξαρτάται πάντα από τις γνώσεις και τις προθέσεις εκείνου που τις παράγει. Ο ανθρώπινος παράγοντας δηλαδή, είναι ο σημαντικός. Ο φωτογράφος αποφασίζει το πως θα χειριστεί τη μηχανή του, ώστε να διαμορφώσει τις “οπτικές μελωδίες” που επιθυμεί.
Φωτογράφος και μηχανή λοιπόν, είναι απαραίτητο να λειτουργήσουν σαν μια ενότητα, με στόχο την επίτευξη ενός ουσιώδους αποτελέσματος. Όπως ένας καλός μουσικός χειρίζεται αβίαστα το όργανο του προεκτείνοντας μέσα από αυτό τον εαυτό του, έτσι και ο φωτογράφος, γνωρίζοντας τις λειτουργίες της μηχανής του, επιλέγει τρόπο δράσης· επιλέγει τύπο χειρισμών. Φαίνεται πως ο φωτογράφος με τη δράση του, επιδιώκει να αποδώσει το μυστικό του βιώματός του κι αυτό το καταφέρνει φυλακίζοντας το φως. Το αποκόβει απ’ τη στιγμή. Το αποσπά από τον χώρο και το παγώνει σε μια εικόνα. Η εικόνα αυτή είναι η απόδειξη του ότι κατάφερε να απαθανατίσει την ουσία της στιγμής.
Η γνώση των φωτογραφικών τεχνικών συντελεί προς μια συνεπέστερη απόδοση του φωτός. Η φωτογραφική διαδικασία στο σύνολο της όμως, συντελεί σε μια ευρύτερη συνειδητοποίηση της θέσης του εαυτού προς τον κόσμο.
Αχιλλέας Νάσιος
anikon.org
Ρέα Παπαδοπούλου
Ο κόσμος μας έχει γίνει εξαιρετικά πολύπλοκος όπως και οι – εκατομμύρια πλέον – εικόνες μας.
Το σημαντικό στην φωτογραφία όπως και σε κάθε μορφή τέχνης είναι να καταφέρει ο καλλιτέχνης να αποδώσει την ιδέα, την έννοια και το συναίσθημα με την τεχνική που τον εκφράζει.
Η γνώση των τεχνικών της φωτογραφίας, όπως και οι γνώσεις ιστορίας, θεωρίας και τεχνικών από άλλες εικαστικές τέχνες, εμπειρικά ή ακαδημαϊκά, είναι πιστεύω σημαντικά εργαλεία που πλουτίζουν αυτή την έκφραση. Μαζί με το ταλέντο, τοποθετούν τον δημιουργό μέσα στο έργο του. Αυτή η γνώση δεν είναι απλή ούτε δεδομένη καθώς στα χρόνια μας συνεχώς εξελίσσεται με νέες τεχνολογίες και τεχνικές όπως και με κάποιες που επανέρχονται από το παρελθόν. Απαιτεί χρόνο, κόπο και διάθεση για πειραματισμό.
Πίσω από τις φωτογραφίες μεγάλων φωτογράφων, διαφορετικών τάσεων, από την Arbus, την Sally Mann, μέχρι τον Gursky, πιστεύω ότι κρύβονται γνώση, εμπειρία και πολλές ώρες τεχνικής εργασίας και που αφορούν είτε την λήψη ή την διαδικασία εκτύπωσης.
Όλα όμως αυτά είναι εργαλεία. Ιδιαίτερη φωτογραφία και κυρίως φωτογραφική σειρά δεν μπορεί να παραχθεί χωρίς την τεράστια αγάπη για το μέσον και το επίσης τεράστιο ενδιαφέρον του φωτογράφου για θέμα του.
Ρέα Παπαδοπούλου
https://reapapadopoulou.com/
Στυλιανός Παπαρδέλας
Είμαστε συναισθήματα. Όλοι οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο αισθάνονται κοινά πράγματα καθημερινά. Και μέσω των συναισθημάτων συνδεόμαστε και μοιραζόμαστε τις υποκειμενικές πραγματικότητες μας. Το άθροισμα αυτών που νιώθουμε είναι η ζωή μας και η φωτογραφία έχει τη δύναμη να μεταφέρει το πώς αισθανόμαστε σε μια στιγμή. Αυτή είναι η ομορφιά της. Η τεχνική δεν είναι αυτοσκοπός και υπάρχει για να παίζουμε, αλλά και ως εργαλείο ώστε να μεταφέρουμε αυτά που νιώθουμε στους άλλους.
Τις προάλλες, αποφάσισα αυθόρμητα να επισκεφτώ τον λόφο της Ακρόπολης. Δεν πηγαίνω ποτέ, κανένας Αθηναίος δεν πηγαίνει ποτέ στην Ακρόπολη. Αποφάσισα να την κοιτάξω όντας παρών σε αυτό που ζω.
Το παρακάτω κείμενο είναι αυτό που βίωσα: “Πριν ένα λεπτό όλα έμοιαζαν δισδιάστατα. Κενές εικόνες διασπασμένης πραγματικότητας. Μετά από καιρό κατάφερα να σταθώ για μια στιγμή. Μπροστά στην Ακρόπολη, για πρώτη φορά ένιωθα ότι έβλεπα.
Πριν 13.8 δισεκατομμύρια χρόνια το ταξίδι είχε ξεκινήσει. Μια σούπα σωματιδίων αναγκάστηκε να διασταλεί, υπό την δύναμη της βαρύτητας τα χημικά στοιχεία σχημάτισαν αστέρια, χημικές εκρήξεις που δημιουργούν το φως. Τα βαρυτικά τους πεδία έβαλαν σε τροχιά την ύλη και σχηματίστηκαν πλανήτες. Ένας από αυτούς ήταν στο σωστό σημείο τη σωστή στιγμή και η ζωή άρχισε να υπάρχει. Μονοκύτταροι οργανισμοί σε πολυκύτταρους, προχωρημένες μορφές ζωής, πολιτισμός, Ακρόπολη, και εγώ εκεί, να την κοιτάω, παρών στη στιγμή της ζωής μου, τυχερός αποδέκτης μια αλυσίδας διαδοχικών γεγονότων μέσα σε δισεκατομμύρια χρόνια, που με έφεραν σήμερα εδώ.
Όλα ξαφνικά ήταν τρισδιάστατα. Ένιωσα τον πόνο, την δημιουργία, την εκμετάλλευση, τον χρόνο.
Αφέθηκα και έκλαψα. Για μια φευγαλέα στιγμή συνειδητοποίησα την ύπαρξη μου και την ανυπαρξία. Σήκωσα το τηλέφωνό μου και έβγαλα μια φωτογραφία. Για να γυρνάω ξανά εκεί όταν νιώθω ότι ξεχνάω. Στάθηκα για μια στιγμή, και επιτέλους είδα, ακόμα κι αν δεν κοίταζα όλη την ώρα”.
Τελικά, δεν έχει καμία σημασία αν μια εικόνα είναι τεχνικά καλή, αρκεί να μας συνδέσει με ένα
συναίσθημά μας.
Η φωτογραφία του Gary Winogrand με τον ακροβάτη που πέφτει ανάποδα προς το έδαφος με έκανε να γίνω φωτογράφος. Από την πρώτη στιγμή που είδα αυτή την εικόνα με γέμισε με μια αίσθηση ομορφιάς για το αναπάντεχο, άνοιξε το μυαλό μου στους κόσμους των άλλων και με έκανε να πιστέψω στην μαγεία που υπάρχει στην καθημερινότητα αρκεί να είμαι εκεί για να την βιώσω, και ιδανικά να την αποτυπώσω με τον δικό μου τρόπο.
Στυλιανός Παπαρδέλας
stylianospapardelas.com
Ηώ Πάσχου
Στο δοκίμιο “Πέρι Φωτογραφίας (1η έκδοση 1972)”, η Susan Sontag χρησιμοποιεί τον όρο φωτογραφική όραση ως έναν νέο τρόπο να βλέπουν οι άνθρωποι τον κόσμο. Τονίζοντας ότι οι φωτογραφίες δεν αποτελούν μαρτυρία αυτού που είναι εκεί έξω αλλά αυτού που βλέπει κάθε άτομο εκεί έξω, αναφέρει πως δεν υπάρχει μια μεμονωμένη δραστηριότητα που ονομάζεται όραση και καταγράφεται απρόσωπα από τις κάμερες. Καταρρίπτει την ιδέα ότι η φωτογραφική μηχανή προσφέρει μία αντικειμενική αναπαράσταση της πραγματικότητας.
Το ανθρώπινο μάτι δεν μπορεί να απομονώσει το κάδρο, να περικόψει ένα μέρος του χώρου που το περιβάλλει όμως μπορεί μέσω της φωτογραφίας να επιλέξει τι θα δει στον χώρο , δηλαδή τι θα αφαιρέσει από αυτόν. Σύμφωνα με τη Sontag η κάμερα αποκαλύπτει μία γωνία υλικής πραγματικότητας την οποία το μάτι δεν βλέπει καθόλου.
Ακόμα και στον 21ο αιώνα ο περιορισμός της ακίνητης φωτογραφίας πιστοποιεί την σχέση μας με την μνήμη, το στιγμιότυπο και συνεχίζει να επιβεβαιώνει την άρρηκτη σύνδεση μας με το παρελθόν (μήπως τελικά κάθε φωτογραφία από την λήψη της και μετά δεν είναι απλώς μια εικόνα παρελθόντος;).
Κάθε φωτογραφία (ερασιτεχνική ή επαγγελματική) ωθεί τον θεατή να εξοικειωθεί με την πολυπλοκότητα που κρύβεται πίσω από την έννοια του απαθανατίζω όπως την ερμήνευσε ο Roland Barthes στον “Φωτεινό Θάλαμο”.
Πώς όμως οι φωτογραφίες επικοινωνούν σ’ ένα ευρύτερο πολιτισμικό χώρο (ψηφιακό ή αναλογικό);. Σίγουρα ορίζονται μέσα από τα τεχνικά τους χαρακτηριστικά αλλά όχι μόνο. Ευτυχώς.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ οι φωτογραφικές απεικονίσεις μπορούν να γίνουν κατανοητές μόνο εάν συσχετιστούν με την ή τις ιστορίες, την αφήγηση και το πλαίσιο ανάγνωσης που ορίζεται από τον δημιουργό. Αν αφαιρέσεις αυτά τα στοιχεία, αν τα αγνοήσεις, τα παραβλέψεις ή ηθελημένα τα αποσιωπήσεις τότε ανακαλύπτεις ή ξανά-ανακαλύπτεις το συναίσθημα, την αίσθηση εκείνων των ελάχιστων δευτερολέπτων όπου η πραγματικότητα αποκαλύπτει το ενστικτώδες ασυνείδητο, την σημασία της οπτικής αντίληψης και τελικά της βιωματικής εμπειρίας.
Σε πρώτο ή σε δεύτερο πλάνο.
Ηώ Πάσχου
Φωτογράφος, Δρ. Ιστορίας της Τέχνης, Paris I Sorbonne
Ακαδημαϊκή Υπότροφος του Τμήματος Φωτογραφίας και Οπτικοακουστικών Τεχνών του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής
Μιχάλης Πουλάς
Το θέμα που τίθεται εδώ είναι πολύπλευρο όπως και το ίδιο το μέσο της φωτογραφίας (διαφήμιση, φωτορεπορτάζ, αρχιτεκτονική, social media κλπ). Δεν έχω μια ωραία έξυπνη φράση που να απαντά. Δεν έχω ένα βαρύγδουπο quote που να εξηγεί τα πράγματα.
Σε κλάσματα δευτερολέπτου (όσο διαρκεί δηλ. η λήψη μιας εικόνας) θα δούμε τι σκέφτεται ο φωτογράφος, τι τον απασχολεί, τι νοιώθει, τι προσπαθεί να επικοινωνήσει, τι διαβάζει, τι τον καίει και εν τέλει ποιος είναι. Φωτογράφοι, μέσα σε λίγες εικόνες, δημιουργούν καινούριους κόσμους για να μιλήσουν για τον πραγματικό κόσμο και την εποχή τους.
Σε μια εικόνα, που δείχνει κάτι πολύ συγκεκριμένο, ταυτόχρονα φαίνεται και κάτι άλλο ,πιο βαθύ, που μιλάει για την ανθρώπινη κατάσταση, κάτι με το οποίο μπορεί να ταυτιστεί οποιοσδήποτε όπου κι αν είναι. Όταν συμβαίνει αυτό με τη φωτογραφία είναι καταπληκτικό. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που συνεχίζω να εκφράζομαι με φωτογραφίες αλλά και να βλέπω φωτογραφικές δουλειές.
Οι εικόνες που χρειαζόμαστε είναι αυτές που μιλάνε για τις αγωνίες του ανθρώπου αλλά και την αγωνία του φωτογράφου για τον άνθρωπο.
Μιχάλης Πουλάς
https://michalispoulas.com/
Χαρά Σκλήκα
Όσο εμβαθύνω στο φωτογραφικό μέσο, τόσο περισσότερο αντιλαμβάνομαι την ανάγκη για έκφραση μέσω της φωτογραφίας. Η σκέψη αυτή παγιώθηκε όταν η φωτογραφική πράξη εμπλουτίστηκε με θεωρητικές γνώσεις που απέκτησα σε μεταπτυχιακό επίπεδο. Η αφύπνιση των συναισθημάτων βέβαια προκαλείται και με τεχνικές όπως το βάθος πεδίου και άλλες τεχνικές. Δεν εξαιρώ τη σημαντικότητα της
τεχνικής υπέρ του αισθήματος αρκεί το αποτέλεσμα να συμπεριλαμβάνει τα δύο πεδία σε τέτοιο βαθμό που να καθιστά μια εικόνα ολοκληρωμένη στο σημείο εκείνο που ξεκινά ο διάλογος μεταξύ δημιουργού και θεατή.
Σε συλλογικό επίπεδο, η φωτογραφία έχει υπάρξει μοχλός μεταφοράς συναισθημάτων με κύριο γνώμονα τη μεταφορά μηνυμάτων και λιγότερο την αρτιότητα επαγγελματικών λήψεων. Για την τεκμηρίωση των παραπάνω, αναφέρομαι στο παράδειγμα της ιστορικής έκθεσης The Family of Man. Για περισσότερα από τρία χρόνια, ο εμπνευστής και επιμελητής της έκθεσης Edward Steichen μαζί με το
επιτελείο του, συνέλεξαν περισσότερες από δύο εκατομμύρια φωτογραφίες, τις περιόρισαν στις δέκα χιλιάδες περίπου για να καταλήξουν στην επιλογή πεντακοσίων τριών εικόνων από επιφανείς επαγγελματίες και άγνωστους ερασιτέχνες φωτογράφους προερχόμενους από εξήντα οκτώ χώρες. Το μεγάλο αυτό ανθρωπιστικό δημιούργημα που περιόδευσε σε 38 χώρες ανά τον κόσμο για να «εξηγήσει τον άνθρωπο στον άνθρωπο», όπως ο ίδιος ο Steichen διατυπώνει στην εισαγωγή του καταλόγου της έκθεσης, είναι μία περίπτωση μελέτης ως μια συλλογή στιγμιότυπων με έμφαση σε μηνύματα ανθρωπιάς και όχι τόσο στην αισθητική ή την τεχνική. Φωτογραφίες ονειρικές, λατρευτικές, συμπονετικές παρέπεμπαν σε αισιόδοξη διάθεση ενώ τις σκηνές θανάτου και τον κίνδυνο για τη ζωή ακολουθούσε πάντα η ελπίδα. Το ζητούμενο ήταν η παγκόσμια μετάδοση ελπιδοφόρων μηνυμάτων
δέκα μόλις χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά και σε μια περίοδο ψυχροπολεμική. Πρόκειται για ένα σπουδαίο ιστορικό συλλογικό έργο που επιβεβαιώνει το απόφθεγμα του Αυστραλού φωτογράφου Peter Adams.
O Adams εδώ δίνει έμφαση στις καλλιτεχνικές και δημιουργικές πτυχές της φωτογραφίας σε σχέση με αυτές που αφορούν την τεχνική. Η φωτογραφία σαφώς δεν αφορά μόνο τεχνικές δεξιότητες ή ρυθμίσεις. Η τεχνολογία έχει βελτιώσει τη φωτογραφία με πολλούς τρόπους, την καθιστά περισσότερο προσιτή, βολική. Όμως, η τεχνολογία από μόνη της δημιουργεί ουσιαστικές και εκφραστικές εικόνες? Η
φωτογραφία απαιτεί όραμα, δημιουργικότητα και συναίσθημα. Είναι τα εργαλεία που συνδέουν το δημιουργό με το κοινό του μέσω της εικόνας.
Χαρά Σκλήκα
www.harasklika.com
Τάσος Σχίζας
Όταν το βάθος πεδίου προσφέρει βάθος συναισθήματος
Ο Peter Adams με τη ρήση του αντιπαραβάλλει το συναίσθημα με την τεχνική στη Φωτογραφία.
Η βασική ιδέα, ότι η τεχνική δεν αρκεί για να προκαλέσει βάθος συναισθήματος, είναι αποδεκτή από όλους. Όμως προκύπτει το ερώτημα: μπορεί να υπάρξει φωτογραφία χωρίς τεχνική;
Η Φωτογραφία είναι άμεσα συνδεδεμένη με την τεχνική. Είναι μια τέχνη που προκύπτει μέσω μηχανημάτων και η τεχνική αποτελεί τον τρόπο ελέγχου και διαχείρισης των μηχανών.
Ο συνεπίθετος του Peter, Ansel Adams, αξιοποιούσε στο μέγιστο την τεχνική, για να εκφραστεί, συνδυάζοντας με τον καλύτερο τρόπο τέχνη και τεχνική.
Μέλος της ομάδας F.64, στήριζε την άποψη του στη μεγάλη τιμή διαφράγματος, που του πρόσφερε αντίστοιχα μεγάλο βάθος πεδίου, βασική προϋπόθεση για την δημιουργία ρεαλιστικών φωτογραφιών.
Η τεχνική σ΄ αυτήν την περίπτωση υπηρετεί την τέχνη, την άποψη του καλλιτέχνη.
Η ομάδα F.64, υποστήριξε την καθαρή φωτογραφία. Ζητούμενο ήταν η έκφραση της φωτογραφίας ως μια τέχνη με απλή και άμεση προσέγγιση, μέσα από καθαρά φωτογραφικές μεθόδους, με καθαρότητα και ευκρίνεια στην εικόνα.
Τα μέλη της ομάδας F.64 ήταν σπουδαίοι φωτογράφοι, που με το έργο και τις ιδέες τους ενέπνευσαν και συνεχίζουν να εμπνέουν φωτογράφους σε όλο τον κόσμο.
Σήμερα, με τα σύγχρονα μέσα που διαθέτουμε, το μεγάλο βάθος πεδίου είναι μια εύκολη υπόθεση. Αντίθετα, 100 χρόνια πριν, την περίοδο που φωτογράφιζε ο Ansel Adams, τα φιλμ είχαν πολύ μικρή ευαισθησία και οι τεράστιες μηχανές μεγάλου φορμά που χρησιμοποιούσε, απαιτούσαν πολύ μεγάλες τιμές διαφράγματος, για να δώσουν μεγάλο βάθος πεδίου (από εκεί προέκυψε και το όνομα της ομάδας F.64), με αποτέλεσμα να χρειάζονται μεγάλοι χρόνοι έκθεσης για τις λήψεις και στήριξη της μηχανής σε τρίποδα. Επίπονη διαδικασία, αλλά το αποτέλεσμα αντάμειβε τον φωτογράφο.
Οι εικόνες του Ansel Adams έμειναν στην ιστορία, με μεγάλο βάθος πεδίου και ακόμη μεγαλύτερο βάθος συναισθήματος!
Τάσος Σχίζας
Φωτογράφος, Δάσκαλος φωτογραφίας
Βαγγέλης Ταμβάκος
Κάθε φωτογράφος χρειάζεται τη γνώση της τεχνικής της φωτογραφίας. Κατά την διάρκεια των σπουδών, προσπαθεί να εμβαθύνει και να κάνει λήψεις δοκιμάζοντας διάφορες τεχνικές αλλά και εξοπλισμούς.
Τα αποτελέσματα αυτών των λήψεων είναι εντυπωσιακά και επιδεικνύουν την σπουδή. Φωτογραφίες δηλαδή, που στοχεύουν την αρτιότητα της λήψης, στις αλλαγές εξοπλισμών και φακών, και τις δοκιμές στην επεξεργασία.
Όλα αυτά είναι πάρα πολύ χρήσιμα και μας προσφέρουν αποτελέσματα εντυπωσιακά, επιφανειακά, και χωρίς βάθος. Σε βάθος χρόνου, ο φωτογράφος πρέπει να επανακαθορίσει την έννοια της «σπουδαίας φωτογραφίας» ή καλύτερα τους ίδιους τους στόχους του.
Είναι γεγονός ότι σε κάθε λήψη ή καλύτερα σε περισσότερες λήψεις ή επιλογές του φωτογράφου, είναι καταγεγραμμένοι οι στόχοι του και εάν γνωρίζουμε καλά το «φωτογραφικό λεξικό», αυτοί οι στόχοι εύκολα ανιχνεύονται.
Αφού κατακτήσει την γνώση, ο φωτογράφος πρέπει να αντιληφθεί ότι εάν ο ίδιος λείπει από το τελικό αποτέλεσμα τότε το αποτέλεσμα είναι κενό περιεχομένου και μένει μετέωρο να καταρρεύσει αφού λάβουμε το προφανές μήνυμα που μας δίνεται απλόχερα και σε πρώτο επίπεδο. Το πρώτο επίπεδο ανάγνωσης, η βιτρίνα δηλαδή μπορεί να αποτελείται από ένα ρηχό αφήγημα ή όταν εναποθέτει ο φωτογράφος όλες του τις ελπίδες σε φακούς ή τεχνικές που η αλήθεια είναι ότι εντυπωσιάζουν, ή όταν ο φωτογράφος βρίσκεται μπροστά από κάποιο εντυπωσιακό θέαμα (όμορφο ή άσχημο, αρνητικό ή θετικό) και απλώς το απαθανατίζει.
Αυτόματα μπαίνει λοιπόν και το πρώτο ερώτημα. Πώς θα ορίσουμε την «σπουδαία φωτογραφία»; Νομίζω πώς κάθε φωτογράφος πρέπει να δώσει τις απαντήσεις στο εαυτό του.
Για να δώσουμε τον ορισμό πρέπει να επανακαθορίσουμε τους στόχους μας. Να αξιολογήσουμε και να διαχωρίσουμε το σημαντικό από το ασήμαντο, την καλή προσπάθεια από την επιδειξιομανία.
Η φωτογραφική μηχανή, ο φακός, η επεξεργασία είναι το όχημα του φωτογράφου και υπάρχει η πιθανότητα να τον οδηγήσει στην σπουδαία φωτογραφία, αλλά αυτό εξαρτάται από τον τρόπο που θα οδηγήσει το όχημα. Ο τρόπος που θα οδηγήσει το όχημα θα αντανακλούν την εμπειρία του, τον ίδιο του τον χαρακτήρα και τις απόψεις του για την ζωή, την συγκίνηση, το συναίσθημα.
Τα θέματα που επιλέγει ο φωτογράφος βρίσκονται μέσα του και όχι έξω στον κόσμο. Η φωτογραφία περιγράφει τον κόσμο και ο φωτογράφος κλείνει το άπειρο σε ένα κάδρο και μας τον ξαναδίνει οργανωμένο και διαμορφωμένο μέσα σε ένα απειροελάχιστο κομμάτι κάδρου- πραγματικότητας. Ο φωτογράφος πρέπει να είναι παρών και ενεργός μέσα στο κάδρο, και όχι η επίδειξη της τεχνικής του αρτιότητας, ή του υπέροχου εξοπλισμού του.
Ο στόχος πρέπει να είναι, η συμμετοχή μας στον κόσμο αυτόν με όχημα την φωτογραφία. Η αναζήτηση είναι το ταξίδι. Ας αφήσουμε το ένστικτό μας, να μας οδηγήσει σε εκπλήξεις.
Βαγγέλης Ταμβάκος
Φωτογράφος, Δάσκαλος φωτογραφίας
Αλέξανδρος Τσούτης
Στο οπτικό φάσμα του φωτός και της σκιάς, η φωτογραφία αναδεικνύεται ως έκφραση, είτε ενός τεχνίτη είτε ενός ποιητή. Ένας συναγωνισμός ανάμεσα στην τεχνική ακρίβεια και το χορό των συναισθημάτων εκτυλίσσεται. Το διάφραγμα του οφθαλμού καθοδηγεί το φως που διαχέεται στην ψυχή μας, όπως το διάφραγμα του φωτογραφικού φακού επιτρέπει στα χημικά και ηλεκτρονικά στοιχεία να συλλάβουν την ουσία της στιγμής.
Η λεπτομέρεια αποτυπώνεται περίτεχνα στο επιλεγμένο βάθος πεδίου, μια απόδειξη της μαεστρίας του φωτογράφου στη μηχανική του φωτός. Ωστόσο, σε αυτή την επιδίωξη της ακρίβειας κινδυνεύουμε να χάσουμε τον πιο ουσιαστικό παράγοντα της φωτογραφίας, αυτόν που δεν ορίζεται με όρους της φυσικής. Τον παράγοντα ΨΥΧΗ. Παγιδευμένοι από την περίπλοκη διαδικασία των ρυθμίσεων και του τέλειου κάδρου, μπορεί να απωλέσουμε τον πραγματικό παλμό μιας στιγμής.
Το βάθος των συναισθημάτων είναι ένα άυλο ταξίδι στην ψυχή, χωρίς θεωρία και κανόνες. Μπορεί η τεχνική ικανότητα να συναγωνιστεί αυτό το βάθος; Μπορούν τα εικονοστοιχεία και η εστίαση να αντέξουν ποτέ το βάρος ενός ποτισμένου με δάκρυα χαμόγελου;
Ο φωτογράφος ίσως δε χρειάζεται να προσαρμόσει τη λήψη του για να πετύχει την τέλεια ισορροπία, αλλά να απορροφηθεί από την αινιγματική αλληλεπίδραση της στιγμής. Να μην παγώσει απλά τη στιγμή στο φιλμ ή τον αισθητήρα, αλλά να συλλάβει τον καταλυτικό παράγοντα του συναισθήματος, που δίνει στην ακινησία τη μεγαλοπρέπεια της ζωής.
Οι φωτογραφίες που παραμένουν εμβληματικές στο πέρασμα του χρόνου, μας θυμίζουν ότι πέρα από τη μηχανική βρίσκεται η ποίηση, πέρα από την ακρίβεια βρίσκεται το πάθος.
Ας περιπλανηθούμε σε αυτή τη μαγευτική τέχνη, όπου οι κάμερες δεν είναι εργαλεία, αλλά αγωγοί που συνδέουν το φως με την ουσία της ύπαρξης και το βάθος πεδίου με το βάθος των συναισθημάτων, αλληλένδετα σε μια συμφωνία στιγμών στο χρόνο.
Αλέξανδρος Τσούτης
https://tripinpictures.com/el/
Τόλης Χατζηγνατίου
Τι πρέπει να σκεφτεί κανείς; Ο φωτογράφος είναι αυτός που ορίζει το έργο ή το έργο είναι η μορφή του ίδιου του φωτογράφου;
Οι καλλιτέχνες προσπαθούν να δημιουργήσουν κάτι εξαιρετικό, συνάμα σημαντικό για το κοινό, ποθώντας παράλληλα να γίνουν τελικά οι ίδιοι το γεγονός. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να ακονίζουν μόνιμα τη ματιά τους στο εξωτερικό -και τεχνικά- εντυπωσιακό, μια πρόθεση που κάνει τα έργα τόσο
ευάλωτα στο χρόνο, σκόρπιες ξεχασμένες προσπάθειες.
Το ωραίο δεν το φτιάχνεις, το ενδιαφέρον δεν κατασκευάζεται με υλικά και συνήθως δεν γυαλίζει στο μάτι. Το ωραίο θα διαλέξει τον καλλιτέχνη μέσα στην υποψία που φέρνει η δημιουργία.
Αντίθετα, άσχημο στη τέχνη είναι ό,τι δεν έχει περιεχόμενο, αυτό που επιτηδευμένα προσπαθεί να είναι ωραίο. Οτιδήποτε περιφέρει την παροδική ομορφιά (εξωτερικά χαρακτηριστικά) ως επίδειξη ουσίας ή και το κερδοσκοπικά εφήμερο που είναι κατασκευασμένο για μαζική κατανάλωση και μια εκθείαση του ευκολοχώνευτου.
Έτσι, το ενδιαφέρον για ένα φωτογράφο είναι πολλές φορές μακριά από το ωραίο, τουλάχιστον έτσι όπως ορίζεται από τα επιτασσόμενα πρότυπα τεχνοτροπίας. Ο ίδιος, γοητευμένος από την ατέλεια, βρίσκει το ωραίο μέσα σε μια παραμορφωμένη παράσταση της ύπαρξης. Ο αισθητικός ψυχισμός του, πολλές φορές βρίσκει ανάπαυση μακριά από τον ίσκιο του άρτιου.
Ορισμένα έργα είναι κατασκευασμένα για ένα συγκεκριμένο κοινό και κάποια άλλα δημιουργούν ένα δικό τους κόσμο.
Τα δεύτερα χρειάζονται μια ρωγμή, πρώτα ψυχική μέσα στον ίδιο το δημιουργό και μετά στο ορατό της κοινής πραγματικότητας.
Με μια καθαρά εσωτερική διεργασία, η δημιουργία δεν πιστοποιεί το εξωτερικό νόημα, ούτε φέρεται να κουβαλάει ένα εμφανή φορτίο.
Ο ίδιος ο δημιουργός χρειάζεται να βρίσκεται πίσω (από το έργο του), μέσα στη σκιά αυτού. Όσο μεγαλύτερη σκιά δημιουργεί η προβολή, τόσο περισσότερο πρέπει να κρύβεται σε αυτή.
Ένα έργο αδυνατεί να αποτυπώσει πλήρως το συναίσθημα, πάντα κάπου θα αποτυγχάνει. Το μόνο που μπορεί να επιτευχθεί είναι απλά να το πλησιάσει, μέσα από μια μη άρτια περιγραφική προσέγγιση, μεταφέροντας το χρέος της συναισθηματικής ερμηνείας στον ίδιο το θεατή.
Τα συναισθήματα έτσι και αλλιώς, πεθαίνουν όταν μεταμορφώνονται σε μια εξωτερική περιγραφή.
Λες και η ίδια ανθρώπινη φύση του δημιουργού δεν μπορεί να διαχειριστεί το συναίσθημα, το οποίο σβήνει αμέσως στην προσπάθεια μεταμόρφωσης του σε έργο. Και όσο μεγαλύτερη η προσπάθεια, τόσο μεγαλύτερη και η αποτυχία.
Όμως, παρόλα αυτά, τι συγκίνηση κρύβει άραγε μια δημιουργία που βασίζεται σε αδυναμίες έκφρασης για να ολοκληρωθεί;
Τόλης Χατζηγνατίου
http://www.tolischatzignatiou.com/