Σοφία Τολίκα: “Mε ενδιαφέρει να θεσπίζω αυτό που φωτογραφίζω αξιοσημείωτο και όχι το αντίστροφο”
Κάποιες φορές, τα μυστικά, θέλουν να βγουν στο φως χρησιμοποιώντας το, για να αποκαλυφθούν. Με την φωτογράφο Σοφία Τολίκα, συζητάμε ανάμεσα στα άλλα, και για ανθρώπους και σκηνικά που φωτογραφίζοντάς τα, μπορεί κανείς να τα μεταμορφώσει από το τίποτα, σε κάτι το σημαντικό. Απλά, με το να μοιραστεί μαζί τους το ίδιο φως…
Θα μπορούσαμε να είμαστε ήρωες;
Θα μπορούσαμε -μόνο για μια μέρα όμως- όπως τραγουδούσε ο Bowie. Οι ήρωες που παρουσιάζω στη φωτογραφική σειρά “We could be heroes” είναι απλοί άνθρωποι που αγωνίζονται για να αντεπεξέλθουν στη ζωή της πόλης, με τις όποιες αντιξοότητες συναντούν στην καθημερινότητά τους. Μιλάω για τέτοιους ήρωες.
Εννοώ πως, όπως βλέπω στο όμορφο short movie σου, το λεωφορείο νούμερο 5 (το λέω έτσι όπως το αποκαλούσαμε τότε) εξακολουθεί να κάνει την διαδρομή Βενιζέλου – Νέα Κρήνη, όπως την θυμάμαι 20 χρόνια πριν και όχι μόνο αυτό, ξανά η πόλη είναι το μεγάλο, τελείως παραμυθένιο σκηνικό και οι άνθρωποι οι κομπάρσοι, άντε οι ηθοποιοί, σε αυτό το “έργο”. Δύσκολα να επιδράσουν πάνω του, δύσκολα να παίξουν ακόμα και τον ρόλο τους. Μίλησέ μου, αν θέλεις, για τη δική σου θέση σε αυτό και για την ταινία. Γιατί την έκανες;
Στην ταινία αυτή με ενδιέφερε να αναδείξω την ατμόσφαιρα που επικρατεί σε ένα μέσο, που οι περισσότεροι το αντιλαμβάνονται απλώς σαν μια απαραίτητη διαδρομή στον χώρο και στον χρόνο, για να φτάσουν στον προορισμό τους. Με ενδιέφερε αυτή η συνθήκη ετεροτοπίας, η μεταβατική κατάσταση που συνήθως συναντάμε στα μέσα μεταφοράς. Άνθρωποι χαμένοι κοιτώντας έξω από το παράθυρο, βλέμματα στο πουθενά, μηχανικές κινήσεις σε έναν περιορισμένο χώρο. Ναι, οι άνθρωποι πολλές φορές στα έργα μου, γίνονται ένα με το σκηνικό γύρω τους και χάνονται οι όποιες ιδιαιτερότητές τους.
Το φως είναι σημαντικό στις φωτογραφίες σου. Τις καθορίζει όπως και την γεωμετρία τους. Έχω δίκιο;
Για μένα είναι πολύ σημαντικό το φως. Ένα θέμα μπορεί να “χαντακωθεί” αν το φως δεν είναι καλό και αντίθετα να απογειωθεί, αν ο φωτογράφος ξέρει να το διαβάζει και να το αξιοποιεί στο κάδρο του. Πολλές φορές σηκώνω τη μηχανή για να τραβήξω ένα τίποτα, το οποίο όμως θα μπορούσε να αναδειχθεί από το φωτισμό του ή από άλλα στοιχεία οπτικής σύνθεσης. Γενικά, με ενδιαφέρει να “θεσπίζω αυτό που φωτογραφίζω αξιοσημείωτο και όχι το αντίστροφο”, όπως λέει και ο Ρολάν Μπαρτ.
Στην ενότητα “Homes Sweet Homes” η αγάπη και η οικειότητα που απορρέει από αυτήν, μεταμορφώνει τα άτομα πριν καν φωτογραφηθούν, οπότε και τα απογειώνεις. Μιλάς εκεί για ένα διάλογο. Πιστεύεις ότι η φωτογραφία μπορεί να αναπτύξει έναν διάλογο στην διαδικασία της, έναν διάλογο που να μεταφερθεί στον θεατή; Πώς το καταφέρνει άραγε αυτό ο φωτογράφος;
Νομίζω ότι αυτό που βλέπουμε σε κάθε εικόνα είναι ένας διάλογος (οπτικός) μεταξύ του εικονιζόμενου και του φωτογράφου. Η κάθε πλευρά θέλει κάτι να δείξει μέσα από αυτόν και αποκαλύπτονται κατά κάποιο τρόπο και ο ένας και ο άλλος. Η φωτογράφιση είναι σε μεγάλο βαθμό θέμα εμπιστοσύνης. Η οικειότητα και η αγάπη σίγουρα βοηθάνε πολύ στο αποτέλεσμα. Ωστόσο, το τι θα εκλάβει και πώς θα το εκλάβει τελικά ο θεατής, παραμένει ένα μεγάλο μυστήριο.
Υπάρχουν αρκετά πορτρέτα στην δουλειά σου. Τα πρόσωπα αυτά, μας κοιτάνε ακόμα ζωντανά. Άραγε σκέφτεσαι για αυτούς «Σ’ έφερα πιο κοντά. Κράτησα επιτέλους τη μορφή σου», όπως έλεγε ο ποιητής;
Δεν το σκέφτομαι έτσι, γενικά με την έννοια της κτητικότητας πάνω στην εικόνα. Απλώς ξέρω ότι με τα πρόσωπα αυτά έχουμε μοιραστεί κάποια στιγμή κάτι πολύ σημαντικό: αυτό το φως, χάρη στο οποίο έγινε η φωτογραφία.
Ο Γουίνογκραντ ήθελε να δει τα πάντα φωτογραφημένα. Ίσως η πραγματικότητα μέσα στα πάντα, να είναι καλά κρυμμένη και να χρειάζεται ξανά και ξανά να αποκαλυφθεί. Ίσως υπάρχουν πολλές ερωτήσεις γύρω μας. Ή απλά εμείς να έχουμε πολλές ερωτήσεις.
Νομίζω ότι η φωτογραφία σε βοηθάει να ανακαλύπτεις τον κόσμο γύρω σου ξανά και ξανά και έχει κάτι από την παιδική αθωότητα μέσα της. Το να θέλεις να φωτογραφίσεις ένα θέμα, από πολλές σκοπιές μοιάζει με την περιέργεια ενός παιδιού που έρχεται στον κόσμο και ρωτάει συνέχεια ένα σωρό πράγματα για να μπορέσει να τον καταλάβει.
Πιστεύεις ότι οι εικόνες που φωτογραφίζουμε υπήρχαν ήδη από πριν μέσα μας; Και υπάρχει ένα νήμα που τις συνδέει…
Πιστεύω ότι υπήρχαν από πριν μέσα μας, αλλά με άλλη μορφή. Μέσα μας υπάρχει όλη η πρώτη ύλη για αυτές. Η μουσική που ακούμε, οι καθημερινές μας παραστάσεις, τα ερεθίσματα που δεχόμαστε, ο τρόπος που φιλτράρουμε τα γεγονότα, οι εμπειρίες μας, τα βιβλία που διαβάζουμε. Όλα αυτά κατά έναν περίεργο τρόπο έρχονται τη στιγμή του “κλικ” σαν απόσταγμα και διαμορφώνουν το φωτογραφικό μας ύφος.
«Κάθε φωτογραφία είναι το πρώτο κάδρο από μια κινηματογραφική ταινία» κατά τον Wim Wenders. Νιώθεις το ίδιο για το σινεμά και την φωτογραφία;
Ισχύει και το παθαίνω πολλές φορές. Ξεκινάω να φτιάξω ένα κάδρο στατικό και τελικά καταλήγω να τραβάω βίντεο, που προσφέρει άλλα πράγματα.
Φωτογραφίζεις μία και έξω, ή διαλέγεις το κάδρο σου;
Συνήθως φωτογραφίζω ασυναίσθητα, μία και έξω και τελικά διαλέγω το πρώτο κάδρο που τραβάω (ή πιο σπάνια ένα από τα τρία πρώτα), γιατί το βρίσκω καλύτερο από αυτά που θα ακολουθήσουν. Γενικά, όταν μπαίνει η λογική στο κάδρο για να διορθώσεις τις όποιες ατέλειες, τις περισσότερες φορές “χαλάει” η ατμόσφαιρα.
Οι φωτογραφίες σου είναι έγχρωμες. Το χρώμα σε ένα θέμα, είναι κάτι που μπορεί να σε προκαλέσει να κάνεις μια φωτογραφία από μόνο του; Επεξεργάζεσαι το χρώμα;
Με προκαλεί το χρώμα, αλλά όχι τόσο όσο το φως. Δηλαδή, αν δω κάπου ένα έντονο κόκκινο δε θα πάω να το τραβήξω απαραίτητα, αλλά αν δω μια δέσμη φωτός να φωτίζει με έναν ιδιαίτερο τρόπο το κάδρο μου, αυτό θα μου κινήσει περισσότερο το ενδιαφέρον. Δεν επεξεργάζομαι σχεδόν καθόλου το χρώμα γενικά, βγαίνει συνήθως όπως το θέλω.
Σοφία , οι φωτογραφίες επιτρέπουν πολλές αναγνώσεις; Σε ενδιαφέρει η πορεία των δικών σου όταν φύγουν από εσένα;
Νομίζω ότι το ζητούμενο στην καλλιτεχνική φωτογραφία είναι οι πολλές αναγνώσεις. Αν μια φωτογραφία σε προβληματίζει κάθε φορά που τη βλέπεις, έχει πετύχει τον σκοπό της. Αν είναι μονοσήμαντη και νομίζεις ότι την έχεις ξεκλειδώσει με τη μία, την ξεχνάς αμέσως. Η πορεία των φωτογραφιών μου με ενδιαφέρει, με την έννοια ότι θέλω να συμφωνώ με τον σκοπό για τον οποίο χρησιμοποιούνται, κάτι που δεν είναι πάντα αυτονόητο. Πριν μερικά χρόνια χάρηκα πολύ που, κάποιο περιοδικό με θέμα την αναπηρία, ζήτησε να χρησιμοποιήσει φωτογραφίες μου στα άρθρα του, για να μιλήσει για κάποια λεπτά ζητήματα. Από την άλλη, είδα τυχαία μια εικόνα μου σε ένα μεγάλο περιοδικό για ένα ζήτημα που θεωρώ ότι δεν ταίριαζε και τόσο και μάλιστα χωρίς να ερωτηθώ για τη χρήση της. Αυτό δε μου άρεσε καθόλου.
Τι σκέφτεσαι για την σχέση σου με την φωτογραφία; Αν θέλεις μίλησέ μας για αυτήν.
Είμαι ενθουσιασμένη που ανακάλυψα τη φωτογραφία και έχει μπει στη ζωή μου. Μπορεί να δώσει ενδιαφέρον στο οτιδήποτε. Είναι ένα σίγουρο, ασφαλές καταφύγιο και παράλληλα με αποφορτίζει με έναν πολύ όμορφο τρόπο συναισθηματικά – είναι ένα είδος ψυχοθεραπείας. Επίσης, μου αρέσει που η φωτογραφία ως τέχνη συνεχώς αλλάζει, είναι δυναμική. Από το σκοτεινό θάλαμο, στην ψηφιακή εποχή, στο instant sharing, στο conceptual, στα διαδραστικά -μπορεί κάποια από αυτά να μη μου αρέσουν, έχουν όμως πολύ ενδιαφέρον.
Οι φωτογραφίες σου σχεδόν ακούγονται… Έχουν μια ρυθμικότητα. Θα διάλεγες μουσική ή και κάποιο ποίημα που να τις πλαισιώνει; Θέλεις να μου πεις ή μπορούμε εμείς να φανταστούμε ό,τι θέλουμε;
Ναι, η μουσική παίζει πολύ σημαντικό ρόλο επίσης στη ζωή μου και αυτό μάλλον δεν κρύβεται. Όταν έκανα το editing για το “Homes Sweet Homes”, άκουγα πολύ το Waltz N.2 του Shostakovitz, ενώ πρόσφατα δουλεύοντας το dummy για το “We could be heroes” άκουγα το “Throbs” των The Fog Ensemble, αλλά και τους Chicago Underground Duo. Επίσης, αυτή η τελευταία φωτογραφική σειρά μού θύμισε πολύ το θεατρικό έργο “Η Κραυγή” του Τένεσι Ουίλιαμς, το οποίο και διάβαζα παράλληλα όταν οργάνωνα αυτό το υλικό. Ο καθένας βέβαια μπορεί να φανταστεί και να κάνει ό,τι συνδυασμούς θέλει και αυτό είναι και το πιο ωραίο με την τέχνη.
Σε ευχαριστώ και εύχομαι να μοιράζεσαι πάντα το φως με ό,τι σε συγκινεί. Εγώ θα μοιραστώ μαζί σου μια φράση απο ένα ποίημα του Γ. Ιωάννου “Κακά τα ψέμματα, δεν επαρκεί η μνήμη“.
Η Σοφία Τολίκα γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1978 και σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Α.Π.Θ., φωτογραφία στο Ι.Ι.Ε.Κ. E.S.P. και αισθητική αγωγή (μεταπτυχιακό) στο Τμήμα Νηπιαγωγών του Α.Π.Θ.
Έχει αυτο-εκδόσει δύο φωτογραφικά βιβλία, ενώ παράλληλα διερευνά τη σχέση της εικόνας με την κίνηση μέσα από βίντεο μικρής ή πολύ μικρής χρονικής διάρκειας.
Έχει παρουσιάσει ατομικές και έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, καθώς και σε σεμινάρια και εργαστήρια.
Ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη.
http://www.sophiatolika.gr/
https://www.facebook.com/sophia.tolika
https://www.instagram.com/slolika/