Θωμάς Μάμαλης: “Δεν αγνοώ τα στοιχεία που μας ομορφαίνουν τη ζωή, αλλά σπάνια με ενεργοποιούν φωτογραφικά”
Η φωτογραφία σου αυτή με συνεπήρε, καθώς αφηγείται μια ολόκληρη ιστορία, με πρωταγωνιστές μόνο δυο ζευγάρια χέρια. Διαφορετική ηλικία, έντονο εκατέρωθεν συναίσθημα και μια διαπεραστική αίσθηση οριστικού αποχωρισμού, πόνου, ίσως και παράκλησης… Θέλεις να αποκαλύψεις τη σκηνή που τροφοδότησε το κλικ σου;
Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, είναι μια φωτογραφία δρόμου. Παρακολουθούσα ένα δρώμενο στην Αθήνα και «έπεσα» πάνω σ’ αυτή τη σκηνή. Δυό ζευγάρια χέρια δακρυσμένων γυναικών διαφορετικής ηλικίας που έμελλε να νιώσουν την ανθρώπινη επαφή αυθεντικά, έντονα και με σεβασμό η μια για την άλλη και μετά να χαθούν. Η ιστορία βέβαια δεν έχει καμιά σημασία, παρά μόνο η υποκειμενική αποκωδικοποίηση που κάνει ο καθένας βλέποντας την φωτογραφία.
Είδα ξανά και με μεγάλο ενδιαφέρον ολόκληρη τη συλλογή σου. Εξαρχής η φωτογραφία σου ήταν καλλιτεχνική, με αναφορές σε πολλά είδη και με εμφανείς τους πειραματισμούς στην επεξεργασία. Ποια στάδια έχει διέλθει η φωτογραφική σου πορεία, όσον αφορά τη θεματική και την απόδοση των φωτογραφιών;
Η σχέση μου με τη φωτογραφία ξεκίνησε κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’90, θεωρώντας τη φωτογραφία ένα μέσο καταγραφής, αποθήκευσης και ανάκτησης στον χρόνο προσωπικών στιγμών. Το ουσιαστικό φωτογραφικό μου ταξίδι, όμως, ξεκίνησε το 2012. Απολαμβάνω τη σύλληψη του τυχαίου φωτογραφίζοντας κυρίως στον δρόμο, κυρίως τον άνθρωπο στο περιβάλλον που δραστηριοποιείται. Υποκύπτοντας στη «γοητεία του νεκρού χρόνου», επιθυμώ να αναδείξω μικρές λεπτομέρειες της καθημερινότητας μέσω κάποιων υπαινιγμών, εισπράττοντας ηδονική ικανοποίηση όταν μια φωτογραφία μου επιτρέπει διαφορετικές αναφορές και ερμηνείες.
Πόσο στενά συνδέεσαι με τη φωτογραφία; Έχεις πραγματοποιήσει σπουδές; Αποτελεί μια παράλληλη ασχολία, που εξυπηρετεί την προσωπική σου έφραση και ανάπτυξη ή σχετίζεται – έστω και έμμεσα – με το επαγγελματικό σου αντικείμενο;
Είμαι ξεκάθαρα ερασιτέχνης και προσπαθώ να εντρυφήσω στο μέσο. Είναι ένας τρόπος έκφρασης, αλλά και ευχαρίστησης. Το 2012-13 παρακολούθησα μαθήματα εφαρμοσμένης φωτογραφίας στο εργαστήρια τέχνης του Δήμου Αγίας Παρασκευής, ταυτόχρονα με τα μαθήματα αναλογικής φωτογραφίας του Γιάννη Γαλάνη. Τα μαθήματα με τον Γιάννη Γαλάνη με συνεπήραν και με έβαλαν στη διαδικασία της φωτογραφικής ενδοσκόπησης, να ψάξω τους μεγάλους της φωτογραφίας, να ασχοληθώ με τα τεχνικά, να διερευνήσω τα ρεύματα. Όλα αυτά τελικά, είναι μια διαδικασία χωρίς τέλος. Έτσι, στη συνέχεια ακολούθησαν μαθήματα καλλιτεχνικής φωτογραφίας με τον Παναγιώτη Γούλιαρη (2013-14), τον Βασίλη Γεροντάκο (2014-15), τον Δημήτρη Τσεβά (2015-2016) και τον Παύλο Παυλίδη (2016).
Σε απασχολεί το πορτρέτο – με συγκλονιστικά αυτά της Νεφέλης Ορφανού – αλλά και η φωτογραφία δρόμου και τα τοπία. Ποιο είναι το αγαπημένο σου είδος γενικά και σε ποιο είδος πιστεύεις ότι εσύ ειδικά αποδίδεις καλύτερα;
Με απασχολεί η φωτογραφία και τα στοιχεία που την απαρτίζουν, ο έλεγχος του τυχαίου, το πάγωμα του χρόνου, η σύλληψη του ξαφνικού και απρόσμενου, όπως τα συναντώ κυρίως στο αχανές πεδίο του δρόμου. Η επιλογή αυτή είναι συνειδητή, με γνώμονα όχι τη μεγιστοποίηση της απόδοσης, αλλά της ευχαρίστησης που αποκομίζω απο τη φωτογραφική διαδικασία. Όσον αφορά τη φωτογράφιση της Νεφέλης Ορφανού, έγινε στο πλαίσιο της δραστηριότητας της καταπληκτικής ομάδας Greek Instagram Events, χάρηκα τη συμμετοχή μου, αλλά δεν είναι η συνήθης φωτογραφική μου ρουτίνα.
Επιλέγεις τολμηρά κάδρα, σπάνια παίρνεις απόσταση από το θέμα, συχνά απομονώνεις λεπτομέρειες και τα τοπία σου μεταδίδουν μια δραματική ένταση. Τι επιδιώκεις να προκαλέσεις στον θεατή με τις εικόνες σου; Δυνατό συναίσθημα; Ταύτιση; Προβληματισμό; «Ταξίδι»;
Θα χρησιμοποιήσω μια φράση της D. Arbus. “I always thought of photography as a naughty thing to do — that was one of my favorite things about it…” “Κλέβοντας” μια στιγμή στον δρόμο από πολύ κοντινή απόσταση, με κάνει να νιώθω ότι κάνω την αταξία μου ως ενήλικας. Όσον αφορά στις λεπτομέρειες, εκ των πραγμάτων σε κάθε φωτογραφία αποτυπώνεται ένα κομμάτι της πραγματικότητας που βλέπει ο φωτογράφος σε κλίμακα, ένα υποσύνολο του όλου που τον περιβάλλει εκείνη τη στιγμή. Αυτό κατά την γνώμη μου είναι και η παντοδυναμία του φωτογράφου, καθώς εκείνος και μόνο εκείνος έχει την απόλυτη επιλογή των στοιχείων που θα συμπεριλάβει στο κάδρο του, την επιλογή του τρόπου παρουσίασης της μεταξύ τους σχέσης, αλλά και αυτών που θα αφήσει απέξω. Ό,τι βλέπουμε λοιπόν δεν αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο της πραγματικότητας στον συγκεκριμένο χωροχρόνο του φωτογράφου, αλλά μια φευγαλέα επιλεκτική αποτύπωση ενός μέρους της, αποτέλεσμα της στάσης, των βιωμάτων και των στόχων του φωτογράφου. Άλλοτε ωραιοποιείται και εξιδανικεύεται ο κόσμος που μας περιβάλλει, ενώ άλλοτε αναδεικνύεται η σκληρότητά του. Θεωρώ λοιπόν επιτυχία μιας φωτογραφικής απεικόνισης το να δημιουργεί κάτι στον θεατή της – ό,τι και αν είναι αυτό – θετικό ή αρνητικό, αρκεί να μην περνάει απαρατήρητη, να μην είναι αδιάφορη.
Νομίζω ότι δεν σε ενδιαφέρει να αναδείξεις την αίγλη, τη λαμπερή επιφάνεια των πραγμάτων, δεν κυνηγάς την απροσμάχητη ομορφιά και, όπου αυτή εξ ορισμού υπάρχει, στρέφεις – μέσω της επεξεργασίας – τον θεατή σε πιο εγκεφαλική θεώρησή της, αποτρέποντας την αβίαστη και ανώδυνη ευφορία. Σαν να ορίζεται αλλιώς η ομορφιά για σένα. Δώσε μας, λοιπόν, τον ορισμό σου για την «όμορφη εικόνα».
Κατά την άποψή μου, ανάλογα με την περίπτωση, “όμορφη εικόνα” είναι η φωτογραφία που έχει κάτι να πει στο κοινό στο οποίο απευθύνεται ο φωτογράφος. Αυτή που μαγνητίζει το βλέμμα, που παγιδεύει τη σκέψη και προβληματίζει, που ενεργοποιεί τη συνείδηση και δημιουργεί έντονα συναισθήματα.
Ο άνθρωπος κυριαρχεί στις φωτογραφίες σου. Πόσο εύκολο είναι για σένα αυτό, ιδίως όταν δεν πρόκειται για σκιές και αφηρημένες σιλουέτες, αλλά για πρωταγωνιστές καθημερινών στιγμών;
Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι απλό να επισκέπτεσαι την ζωή των ανθρώπων. Όταν φωτογραφίζεις αυθόρμητα, εκ των πραγμάτων «κλέβεις» στιγμές, συναισθήματα, εκφράσεις, στάσεις ζωής. Κάποιες φορές είναι σκληρό, αλλά δεν θεωρώ ότι επεμβαίνω στη ζωή τους. Κάνω το κλικ επειδή νιώθω ότι υπάρχει κάποια αρμονία, δυσαρμονία ή ασυμβατότητα που θέλω να αναδείξω ή να καταγγείλω.
Στις σκηνές των εικόνων σου άλλοτε προβάλλεται η σύγχρονη μοναξιά και άλλες φορές κερδίζει το «μαζί». Καθημερινότητα και όνειρο εναλάσσονται και συχνά δίνεται η αίσθηση φουτουριστικής ταινίας («Τα παιδιά των ανθρώπων» του Αλφόνσο Κουαρόν, θυμήθηκα σε κάποια σημεία). Απηχούν οι φωτογραφίες σου την αντίληψή σου για τον κόσμο, αντικατοπτρίζουν το συναίσθημά σου, συγχρονίζονται με τη δική σου διάθεση;
Γενικά αντιλαμβάνομαι και φωτογραφίζω θέματα που με διεγείρουν συναισθηματικά και νοητικά, φυσικά ανάλογα με τη διάθεση της στιγμής. Δεν αγνοώ τα στοιχεία που μας ομορφαίνουν την ζωή, αλλά σπάνια με ενεργοποιούν φωτογραφικά. Δεδομένου δε ότι τα τελευταία χρόνια είναι σκληρά για πολλούς συνανθρώπους μας, δεν δύναμαι να καλλωπίζω την πραγματικότητα, ούτε μπορώ να της γυρίσω την πλάτη.
Η μόνη πληροφορία που κάθε φορά παρέχεις είναι η ίδια η φωτογραφία. Δεν βάζεις τίτλους, δεν μπαίνεις σε καμιά διαδικασία επεξήγησης ή αποκάλυψης του παρασκηνίου, αλλά ούτε και διαλόγου με τους followers που διατυπώνουν σχόλια. Είναι η στάση σου απέναντι στο μέσο αυτή (η απόφαση δηλαδή να μην ακολουθήσεις επικοινωνιακά μονοπάτια) ή σχετίζεται με την επιθυμία σου να δώσεις το έργο σου γυμνό από προϊδεασμούς, ώστε ο θεατής να έχει τη μέγιστη δυνατή ελευθερία ανάγνωσης;
Η αλήθεια είναι ότι η λεζάντα με ενοχλεί. Κάθε φορά που μου ζητείται δυσκολεύομαι. Επίσης θεωρώ ότι αυτό που ελκύει το βλέμμα του φωτογράφου και τον ενεργοποιεί να φωτογραφίσει είναι κατά πάσα πιθανότητα τελείως διαφορετικό από αυτό που “βλέπουν” και αισθάνονται διαφορετικοί άνθρωποι με διαφορετικά βιώματα, παραστάσεις και ευαισθησίες. Σημαντικό είναι να δημιουργούνται συναισθήματα, να ενεργοποιείται κάτι έντονο μέσα μας με αφορμή ένα οπτικό ερέθισμα. Η λεζάντα, κατά τη γνώμη μου, προσδιορίζει και κατευθύνει την ανάγνωση, αφού δίνει εκ των προτέρων ερμηνεία του θεατή. Σε αυτή τη λογική δεν κάνω και διάλογο… ανεβάζω κάποια φωτογραφία που κάτι λέει σε εμένα και την αφήνω να λειτουργήσει μόνη της, χωρίς τον προσδιορισμό μιας λεζάντας. Δεν απαιτώ σε καμιά περίπτωση ταύτιση, κοινή ερμηνεία ή ταυτόσημα συναισθήματα από τους φίλους που τις βλέπουν. Κάποιος δάσκαλος φωτογραφίας είχε πει ότι θα καταλάβεις ότι άρχισες να κάνεις κάτι καλό όταν θα μειωθούν αυτοί στους οποίους αρέσει η φωτογραφία σου. Χαίρομαι φυσικά όταν αρέσει η δουλειά μου, έχοντας όμως γνώση ότι αλλιώς βλέπει και κρίνει μια φωτογραφία ένα εκπαιδευμένο μάτι και αλλιώς ένας άνθρωπος που δεν ασχολείται με την φωτογραφία.
Η συντριπτική πλειοψηφία των εικόνων σου προδίδει τυχαίες, καθημερινές στιγμές. Πώς λειτουργείς στο στάδιο της αναζήτησης των θεμάτων σου;
Ποτέ έως τώρα δεν έχω δουλέψει πρότζεκτ και ποτέ δεν ξεκίνησα τη φωτογραφική μου βόλτα έχοντας ένα “προσχέδιο” ή έστω μια επιγραμματική κατεύθυνση στον νου. Απλά βγαίνω στον δρόμο, είτε όταν έχω φωτογραφική διάθεση είτε όταν θέλω να φιμώσω τη σκέψη μου και να αποστασιοποιηθώ προσωρινά από κάτι έντονα αρνητικό που μου συμβαίνει. Στον δρόμο υπάρχει θεματολογικά χώρος για κάθε είδους φωτογραφία. Το φωτογραφικό γεγονός υπάρχει παντού, το θέμα είναι αν το μυαλό μας ανακαλεί κάτι στη θέα του, αν το βλέπει το μάτι μας.
Αν έπρεπε η συλλογή σου να ιδωθεί ως μια ιστορία, εγώ προσωπικά θα έλεγα ότι διηγείσαι τον αγώνα του ανθρώπου της γκρίζας αστικής καθημερινότητας για επιβίωση και ισορροπία, που καταλήγει στην λυτρωτική προσωπική του διαφυγή, μέσα από απλές ουσιαστικές ανθρώπινες στιγμές. Εσύ ποια φράση θα διάλεγες, ως κεντρική ιδέα της δουλειάς σου;
Η ανάγνωση που κάνεις με καλύπτει απόλυτα. Επιπλέον μου είναι δύσκολο να συνθέσω μια φράση για κάτι που ο καθένας το αντιλαμβάνεται διαφορετικά. Στην ουσία μου ζητείται μια περιγραφική λεζάντα και, όπως προείπα, δεν τα πάω καλά με τις λεζάντες. Μπορώ να περιγράψω όμως την πορεία αυτή σαν «Προσωπικές διαδρομές απόδρασης». Στην πραγματικότητα, είτε σαν μοναχική διαδικασία είτε σαν κοινωνική αλληλεπίδραση, αυτό είναι το βασικό στοιχείο για εμένα, πέρα από το αποτελέσμα και την υποκειμενική του ερμηνεία.
Το προφίλ του Θωμά στο Instagram https://www.instagram.com/thomas.mamalis
Η συνέντευξη δόθηκε στις 28/11/2016