Βασιλική Σανδάλη – Γεωργία Πονηράκου: Self Encounter
Γιατί αυτοπορτραίτα;
Β.Σ.: Είναι αυτό το είδος φωτογραφίας, με το οποίο μπορώ να μιλήσω καλύτερα για εμένα. Είναι ένας τρόπος να αυτοσυστηθώ. Επιπλέον, αποτελεί ένα είδος ενδοσκόπησης, διαδικασία απαραίτητη πλέον.
Γ.Π.: Δεν εχω μία απάντηση οριστική γι’ αυτήν την ερώτηση. Αυτοπορτραίτο σαν τρόπος αυτοπαρατήρησης και ενδοσκόπησης, άλλες φορές γιατί απλώς δεν υπάρχει άλλο αντικείμενο, άλλες γιατί απλώς θέλω να εκφραστώ και τυγχάνει αυτός να είναι ο κατάλληλος τρόπος για εμένα.
Πού πιστεύετε ότι συναντιούνται οι δουλειές σας και πού απομακρύνονται;
Β.Σ.: Η προσέγγιση της κάθε μίας, αποτελεί μία καταβύθιση στον εαυτό της. Αγγίζει αναμνήσεις, βιώματα, αισθήσεις. Παρατηρούμε στις εργασίες αυτές, οι οποίες παράγονται σε παράλληλο χρόνο, μία συγγένεια θεματολογική και αισθητική. Οι δύο αυτοπορτραιτίστριες, αγγίζουμε με παρεμφερή τρόπο τις ενδόμυχες σκέψεις, τα κρυφά συναισθήματα. Την ίδια στιγμή ωστόσο, η κάθε μία μας τοποθετείται με εμμονή σε θέματα που την απασχολούν περισσότερο την εκάστοτε χρονική περίοδο.
Γ.Π.: Συναντιούνται στο θέμα: το εγώ, ο εαυτός. Απομακρύνονται εξαιτίας αυτού, επίσης: είμαστε τόσο όμοιες, όσο και διαφορετικές. Εξ ου και οι φωτογραφίες μας. Πέρα από τα αισθητικά κριτήρια της καθεμιάς, όπου είναι προφανής η διαφορετική προσέγγιση.
Οι υποκειμενικοί περιορισμοί του αυτοφωτογραφιζόμενου – «πόσο μπορώ/θέλω να εκτεθώ;», «πόσο αντέχω να τσαλακωθώ;» – φρενάρουν την δημιουργική διαδικασία;
Β.Σ: Η επιλογή του αυτοπορτραίτου, ως είδους φωτογράφισης, επιτάσσει μία ειλικρινή καταγραφή. Δεν έχει νόημα να μπαίνει περιορισμός στον βαθμό έκθεσης. Ο αυτοπορτραιτίστας πρέπει να στοχεύει στην πλήρη διαφάνειά του. Μόνο έτσι θα υπάρξει μακρά δημιουργική διάρκεια. Οι κάθε λογής φραγμοί, δεν επιτρέπουν τη δημιουργία μίας ολοκληρωμένης ιδέας.
Γ.Π.: Μοιάζει αυτή η ερώτηση σαν να σε ρωτούν γιατί γράφεις ποιήματα που είναι αυτοαναφορικά και μέχρι πού φτάνεις με τις αποκαλύψεις. Εξαρτάται από το τι θες να πεις και με πόση αλήθεια θες να το προσεγγίσεις. Δεν είναι απαραίτητο να ξεγυμνωθείς για να πεις αυτό που έχεις στο νου σου. Ένα αυτοπορτραίτο δεν είναι απαραίτητα ένα τμήμα του σώματός μου για παράδειγμα. Μπορεί να είναι ένας στίχος, ο σκύλος μου, τα αγαπημένα μου λουλούδια. Με αυτή την έννοια δεν μπλοκάρεται η φωτογραφική διαδικασία.
Το αυτοπορτραίτο επιτρέπει στον απροσδιόριστο θεατή να ακουμπήσει ελεύθερα τη ματιά του στην προσωπική στιγμή, τον ιδιωτικό χώρο, το σώμα, τον κόσμο του φωτογράφου… Παρά την συνειδητή επιλογή, κι ακόμα και με δεδομένη την σκηνοθεσία, δεν είναι πάντα σκληρή αυτή η έκθεση; Και, τυχόν απόρριψη του έργου από το κοινό, δεν εισπράττεται από τον φωτογράφο και ως απόρριψη της ίδιας της φύσης του;
Β.Σ.: Ένα σκηνοθετημένο αυτοπορτραίτο δεν συνεπάγεται μία λιγότερο ειλικρινή παρουσίαση του εαυτού. Συνεπώς, όταν αποφασίζεις να προβάλλεις πτυχές του εαυτού σου που με άλλον τρόπο δε θα γίνονταν γνωστές, όταν επιλέγεις να αναφερθείς σε αδυναμίες, αισθήσεις, φόβους, αγωνίες, προτιμήσεις, τότε η έκθεση αυτή μοιραία γίνεται επώδυνη. Για δύο λόγους. Καταρχάς, έχεις έρθει αντιμέτωπος με τον ίδιο σου τον εαυτό, άρα διαπιστώνεις τις αλήθειες σου. Δεύτερον, είναι δεδομένο ότι θα υπάρξει κοινό που θα σε απορρίψει. Η απόρριψη της φωτογραφικής δουλειάς, πιθανώς να σημαίνει απόρριψη του ίδιου του εαυτού. Μα, το ζητούμενο είναι αυτό καθεαυτό! Να σε απορρίψουν αυτοί που πρέπει να σε απορρίψουν και να σε αποδεχτούν αυτοί που πρέπει να αποδεχτούν.
Γ.Π.: Για μένα όχι. Δεν με απασχολεί η γνώμη που θα σχηματίσει ο θεατής και αν θα του αρέσω σαν άτομο. Η τέχνη που παράγω είναι αυτό που επιδέχεται κριτική και γι’ αυτό καλείται ο κάθενας που θα δει μια φωτογραφία μου, εφόσον το επιθυμεί, να ασκήσει κριτική και να διαμορφώσει γνώμη, τις οποίες με ενθουσιάζει να ακούω και το κάνω πάντα με πολλή προσοχή. Γνωρίζω ποια είμαι, το αυτοπορτραίτο συνεπάγεται την έκθεση και η εξίσωση είναι απλή. Το έχω επιλέξει. Οποιαδήποτε απόρριψη του έργου, με όποια αφορμή, είτε αυτή αφορούσε σε αυτοπορτραίτο είτε σε πορτραίτο ή σε εικόνα ενός χώρου κλπ., θα σήμαινε ακριβώς αυτό: την διαφορετική οπτική και θέαση στα προαναφερθέντα. Καμία απόρριψη της φύσης του φωτογράφου.
Είναι τελικά ο «εαυτός» φωτογραφικά πεπερασμένος; Εξαντλείται; Έχει αρχή και τέλος;
Β.Σ.: Ο εαυτός μας είναι δυνητικά εσαεί εξελίξιμος. Κατ’ επέκταση μπορεί να εξελίσσεται το ίδιο και η φωτογραφική του αποτύπωση. Στην περίπτωση που ο φωτογράφος στερεύει από ιδέες και δεν δύναται πλέον να μιλήσει για τον εαυτό του, αυτό ενδεχομένως να δηλώνει ένα τέλμα όχι απλώς φωτογραφικό, αλλά κυρίως της ίδιας του της ύπαρξης.
Γ.Π.: Η αρχή είναι η γέννηση, το τέλος ο θάνατος. Όλα τα ενδιάμεσα φωτογραφίζονται. Και εξαρτάται τι φωτογραφίζεις κάθε φορά. Το παρελθόν, το παρόν. Ποιον εαυτό σου; Ταξίδια στο χρόνο δεν γίνονται, στη μνήμη και με τη μνήμη όμως γίνονται. Ανεξάντλητες είναι οι στιγμές λοιπόν. Ή μήπως όχι;