Agnès Varda – αφιέρωμα στην ανθρωποκεντρική κινηματογραφική γραφή της
Στις ταινίες μου πάντα ήθελα να κάνω τους ανθρώπους να δουν σε βάθος. Δεν θέλω να δείξω πράγματα, αλλά να τους δώσω την επιθυμία να δουν
Ανιές Βαρντά
Δημιούργησε ένα σινεμά με προσωπική ματιά, απρόβλεπτο και ανήσυχο. Κάθε καλλιτεχνικό της βήμα, ήταν και μια προσωπική υπέρβαση. Σε όλο της το έργο, αποθέωσε τους απλούς ανθρώπους, αυτά τα μικρά και ασήμαντα που τις περισσότερες φορές περνούν αδιάφορα από τους περισσότερους, αγνοώντας τις προσωπικές ιστορίες που κρύβονται από πίσω, ή το πόσο έχουν καθορίσει την προσωπική ζωή του καθενός. Συνήθιζε να λέει πως στο σινεμά, κυνηγάς και ανακαλύπτεις όσα οι άλλοι αγνοούν.
Με τρυφερή ματιά έσκυβε πάνω από τους ανθρώπους, ανοίγoντας ένα διάλογο με το κοινό, που αφορούσε διαχρονικά ζητήματα κοινωνικής φύσεως. Στο έργο της υπήρξε πολιτικός σχολιασμός, επιπλέον η θέση της γυναίκας στη κοινωνία ήταν ένα θέμα πάντα επίκαιρο στο προσωπικό σινεμά που καθιέρωσε.
Ο αυθορμητισμός, η τόλμη ήταν διάχυτα στα φιλμ της Varda. Για εκείνη δεν υπήρχε η ιδανική στιγμή, τις περισσότερες φορές με πενιχρό budget και με γνώμονα το ταλέντο και ένστικτο της δημιουργούσε καλλιτεχνικά διαμάντια.
Η τρελή επινοητικότητα τη χαρακτήριζε. Είχε ένα τρόπο να προσαρμόζεται στην εποχή που ζούσε. Άφησε πίσω την αναλογική της πορεία που ξεκίνησε το 1954 για να χρησιμοποιήσει στο δεύτερο μέρος τη πορείας της απο το 2000 μέχρι το 2019 τη ψηφιακή τεχνολογία. Πάντα με περιέργια παιδιού εξερευνούσε τον κόσμο μέσα από τα φιλμ της, κάθε φορά με νέα ματιά και ανορθόδοξο τρόπο, σα να σκάρωνε μια καινούργια ζαβολιά που σαν αποτέλεσμα είχε να ανανεώνει το αφηγηματικό της στυλ.
Έκανε αισθητή την παρουσία της στη Nouvelle Vague το 1961, με τη ταινία Cleo de 5 a 7. Πιο συγκεκριμένα έγινε η πρώτη γυναίκα εκπρόσωπος του νέου κύματος πλάι σε εμβληματικούς σκηνοθέτες όπως o Jean – Luc Godard, Francois Truffaut, αλλά και ο σύζυγος και μεγάλη αγάπη της ζωής της Jacques Demy. Άλλες ταινίες που την καθιέρωσαν ως μια από τις κυρίαρχες προσωπικότητες της Nouvelle Vague ήταν: Le Bonheur (1965), Les Creatures (1966), το ντοκιμαντέρ Loin du Vietnam (1967) και Lions Love and Lies (1969).
Το προσωπικό ύφος κινηματογράφησης
Ο πρωτοποριακός τρόπος κινηματογράφησης της Agnès Varda ήταν αεικίνητος με μια συνεχόμενη ροή ανάμεσα σε μυθοπλασία και ντοκούμεντο δημιουργώντας υφολογικά φιλμ γεμάτα ανθρωπιά. Υιοθετώντας τη τεχνοτροπία “κάμερα στυλό”, η Agnès Varda με την κάμερα στο χέρι, χαρακτηριστικό γνώρισμα των δημιουργών του Νέου Κύματος κατάφερε να μεταδώσε στο θεατή την αίσθηση ρεαλισμού σαν να ήταν ο ίδιος μέρος της πλοκής και του σκηνικού. Κάθε πλάνο της ήταν ζωηρό, νευρώδες γεμάτο γυναικεία εν-συναίσθηση και πνευματικότητα.
Λόγω του φωτογραφικού της υπόβαθρου, οι ακίνητες εικόνες αποτέλεσαν στοιχεία των ταινιών της. Εξυπηρετούσαν με συμβολικό τρόπο αφηγηματικούς σκοπούς. Αρκετές φορές ακίνητες εικόνες συγκρούονταν με εκείνες που βρίσκονταν σε κίνηση. Κάθε λεπτομέρεια είναι μελετημένη στο κάδρο της και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του μηνύματος που ήθελε να μεταδώσει.
Η τεχνική cinecriture ήταν η βάση κάθε φορά για να δημιουργήσει ένα ντοκιμαντέρ ή ταινία. Εξ αρχής δηλαδή, υπολόγιζε το ύφος του μοντάζ, την επιλογή ή όχι voice- over, τον τόπο γυρισμάτων, φωτισμού και συνεργατών. Με την επινοητική ματιά ενός παρατηρητή, από το απόλυτο τίποτα θα δημιουργούσε φιλμ με ουσία, νόημα και υπόσταση.
Βιογραφία
Γεννημένη το 1928 στο Βέλγιο η Agnès Varda είχε γαλλική και ελληνική καταγωγή, κάτι το οποίο γνωρίζουν λίγοι. Ο πατέρας της ήταν ο Ευγένιος Ιωάννης Βάρδας με καταγωγή από τη Σμύρνη.
Στα 18 ξεκίνησε να σπουδάζει λογοτεχνία στη Σορβόνη, πολύ γρήγορα αφοσιώθηκε στη φωτογραφία. Αρχικά εργάστηκε ως φωτογράφος σε εφημερίδες σε διάφορες αποστολές, όταν αποφάσισε με ελάχιστα μέσα και απουσία budget να δημιουργήσει την πρώτη της ταινία.
Η άγνοια της επάνω σε τεχνικές κινηματογράφισης, με όπλα τον αυθορμητισμό, την ευρηματικότητα, την εσωτερική της ανάγκη για πειραματισμό αλλά πάντα με την οπτική της φωτογράφου διαμόρφωσε ένα προσωπικό ύφος αξεπέραστου σινεμά καθιερώνοντας τη σε παγκόσμιο επίπεδο.
Από τη δεκαετία του 60΄ η Varda δημιούργησε κινηματογραφικά αριστουργήματα. Στην πορεία πειραματίστηκε δημιουργώντας road movies όπως το Vagabond (1985) για το οποίο βραβεύτηκε με το Χρυσό Λέοντα στο φεστιβάλ Βενετίας.
Το έργο της έχει αναγνωριστεί και βραβευτεί παγκοσμίως, με πιο χαρακτηριστικό το βραβείο Σεζάρ το 2001, αλλά και το τιμητικό Φοίνικα από το φεστιβάλ των Κανών το 2015 με αποκορύφωμα το όσκαρ το 2017 για την προσφορά της στην 7η Τέχνη.
Στη δεκαετία του 90΄μέχρι και λίγο πριν το θάνατο της αφιερώθηκε στη δημιουργία ντοκιμαντέρ με το ειλικρινές και ανεπιτήδευτο Faces and Places (2017) μαζί με τη σκηνοθετική βοήθεια του φωτογράφου JR. Ένα μήνα πριν παρουσιάστηκε στο φεστιβάλ του Βερολίνου το ντοκιμαντέρ Varda par Agnès. Φωτογράφος. Δημιουργός avant- garde ντοκιμαντερ, κινηματογραφίστρια, εικαστικός, ένα ανήσυχο πνέυμα που μέχρι τη τελευταία της πνοή δε σταμάτησε να εμπνέει και να δημιουργεί μέσα από την παιδική αθωότητα των ματιών και της ψυχής της.
Τι ονειρεύομαι τώρα; Μόνο να πεθάνω γαλήνια. Στην ηλικία μου είναι ένα όνειρο. Να μην πεθάνω σε ένα ατύχημα, να μην αρρωστήσω. Το να πεθάνεις γαλήνια είναι ένα υπέροχο όνειρο. Αλλά μέχρι τότε δουλεύω, είμαι πολύ ζωντανή, απολαμβάνω τόσα πολλά πράγματα. Αλλά είμαι επίσης κουρασμένη όπως είναι φυσικό. Είναι και αυτό μέρος του παιχνιδιού.
Agnès Varda